Παρά τις μεγάλες επιβαρύνσεις για το δημόσιο λόγω πανδημίας ο γερμανός υπ Οικ Όλαφ Σολτς θεωρεί λάθος να περικοπούν οι δαπάνες για την υγεία και τους οικονομικά ασθενέστερους.
Νέο πακέτο μέτρων αρκετών δισεκατομμυρίων για την ανακούφιση της οικονομίας και της κοινωνίας λόγω πανδημίας δρομολόγησε την περασμένη Τετάρτη η γερμανική κυβέρνηση. Μεταξύ των μέτρων είναι η παραμονή του ΦΠΑ για την εστίαση στο 7% μέχρι το τέλος του 2022, φοροαπαλλαγές για τις επιχειρήσεις, αλλά και ενίσχυση όσων λαμβάνουν τα κατώτερα κοινωνικά επιδόματα, των οικογενειών και όσων εργάζονται στο πολιτισμό.
Παρά την μεγάλη επιβάρυνση για τα δημόσια ταμεία ο γερμανός υπ. Οικονομικών Όλαφ Σολτς, μιλώντας στον ραδιοσταθμό DLF απέρριψε μια περικοπή των δαπανών για το κράτος προνοίας:
«Θα ήταν λάθος να περικόψουμε κοινωνικές δαπάνες. Χαιρόμαστε που διαθέτουμε ένα καλό σύστημα υγείας. Θα ήταν βλακώδες να αρχίσουμε τώρα να μειώνουμε τις δαπάνες. Δεν θα το επιτρέψω αυτό. Είναι λάθος και από οικονομικής απόψεως να επιβάλουμε πολιτική λιτότητας και να σταματήσουμε τις δημόσιες επενδύσεις που είναι τόσο σημαντικές για το μέλλον. Επιστρατεύουμε κάθε οικονομικό μέσο που διαθέτουμε για να επιστρέψουμε το συντομότερο σε μια βιώσιμη ανάπτυξη διασφαλίζοντας θέσεις εργασίας, αλλά και την κοινωνική συνοχή».
«Υπήρχαν δυνατότητες για αγορά περισσότερων εμβολίων»
Σύμφωνα με τον γερμανό υπουργό η αποτροπή της ύφεσης και των μαζικών χρεοκοπιών εξαρτάται από τη διάρκεια της πανδημίας και τους ρυθμούς των εμβολιασμών. Ισχύει ότι στις αρχές της εβδομάδας επέρριψε σε υψηλούς τόνους ευθύνες στην πρόεδρο της Κομισιόν ότι δεν προμηθεύτηκε μεγαλύτερο αριθμό εμβολίων;
«Εδώ και καιρό είχα κάνει λόγο για ενδείξεις ότι δεν αγοράστηκαν αρκετά εμβόλια από την ΕΕ. Δεν είχα πρόβλημα να αναλάβει αυτή την αποστολή η Κομισιόν. Θεωρώ όμως σωστή τη συζήτηση για το αν ελήφθησαν οι σωστές αποφάσεις. Σήμερα γνωρίζουμε ότι υπήρχαν δυνατότητες για αγορά περισσότερων εμβολίων, οι οποίες ωστόσο δεν αξιοποιήθηκαν. Τώρα όμως το ζητούμενο είναι πως θα αυξηθεί η παραγωγή εμβολίων. Μας απασχολεί το γεγονός ότι δεν υπάρχουν αρκετά εμβόλια για τον πληθυσμό. Σταδιακά ωστόσο θα έχουμε στη διάθεσή μας περισσότερα εμβόλια, έτσι ώστε να εμβολιαστούν εκατομμύρια άνθρωποι, τον Απρίλιο, τον Μάιο και τον Ιούνιο».