Στη Γερμανία, την πατρίδα του γυμνισμού ιστορικά, το γυμνό σώμα φαίνεται πια να ενοχλεί, αν δεν διχάζει κιόλας. Και εν μέσω πανδημίας, ακόμη περισσότερο. Γιατί;
«Από κάθε κύμα προεξέχει κι ένας γυμνός πισινός», είχε πει το 1968 η ηθοποιός Ρόμι Σνάιντερ, όταν αντίκρυσε τις παραλίες του νησιού Ζιλτ στη Βόρεια Θάλασσα. Kι όμως, πλέον ο γυμνισμός θεωρείται σχεδόν πασέ, χάνοντας όλο και περισσότερο τον δημοφιλή χαρακτήρα του, διχάζοντας την κοινωνία. Και η πανδημία του κορωνοϊού φαίνεται να έχει αφήσει και εκεί το στίγμα της…
Στην λίμνη Βάνζεε, για παράδειγμα, άλλαξε λόγω πανδημίας το καθεστώς για τους λουόμενους: «Λόγω των περιοριστικών μέτρων δυστυχώς δεν μπορούμε να προσφέρουμε περιοχή για γυμνιστές», αναφέρεται στην ιστοσελίδα. Μάλιστα, για να επισκεφτεί πλέον κάποιος τη βερολινέζικη λίμνη με παράδοση 70 χρόνων πρέπει να κλείσει ραντεβού διαδικτυακά.
Αλλάζει η πανδημία την κουλτούρα και των γυμνιστών;
Σύμφωνα με τα αποτελέσματα έρευνας του Yougov σε συνεργασία με την πύλη Statista, οι ενήλικες στη Γερμανία, όταν βρίσκονται σε μέρη όπου είναι κάποιος γυμνός, όπως σε μία παραλία γυμνιστών ή στη σάουνα, νιώθουν κυρίως άβολα (36 %) έναντι εκείνων που νιώθουν άνετα (28 %). Οι υπόλοιποι είτε αποφεύγουν τέτοια μέρη ευθύς εξ αρχής είτε την απάντηση στο εν λόγω ερώτημα. Μάλιστα, οι γυναίκες φαίνεται να νιώθουν ελαφρώς πιο άβολα (39 %) σε σχέση με τους άνδρες (34 %). Τέλος, επιβεβαιώνοντας το κλισέ που επικρατεί ανάμεσα στους Γερμανούς, οι Ανατολικογερμανοί απολαμβάνουν περισσότερο (36 %) τις παραλίες γυμνιστών, σε σύγκριση με τους Δυτικογερμανούς (26 %).
Ο γυμνισμός τότε…
Ιστορικά, η Γερμανία θεωρείται «κοιτίδα» του γυμνισμού. «Με την ίδρυση των πρώτων συλλόγων γυμνιστών περί τα τέλη του 19ου αιώνα στο πρώτο ενιαίο εθνικό κράτος της Γερμανίας, δεν υπήρχαν σχεδόν διαφοροποιήσεις σχετικά με τη στάση απέναντι στη γύμνια στην Ευρώπη», επισημαίνει ο ιστορικός Χάικο Στοφ από το Αμβούργο. «Το νέο τότε κίνημα του γυμνισμού έφερε ένα μήνυμα: Έπρεπε να γυμνάσει κανείς το σώμα του, να το σμιλεύσει κατά το παράδειγμα των κλασικών ελληνικών αγαλμάτων».
Και βέβαια η σεξουαλικότητα δεν είχε κανέναν απολύτως λόγο σε όλο αυτό – παρά μόνο ίσως αναφορικά με την αναπαραγωγή μόνο των απολύτως υγιών σωμάτων. «Μία λαϊκή στάση στο πνεύμα της λεγόμενης ‘ευγονικής’», σύμφωνα με τον ιστορικό. Μερίδες του κινήματος μάλιστα υποστήριζαν ακραία τον αντισημιτισμό, γεγονός που σύμφωνα με τον ίδιο είχε σε μεγάλο βαθμό σχέση με την περιτομή των Εβραίων, η οποία τους ξεχώριζε από τους υπόλοιπους.
Κατά τη διάρκεια της δεκαετίας του 1920, ο γυμνισμός ενσωματώθηκε στη ναζιστική ιδεολογία. Στα περίπτερα μάλιστα κατά τη δεκαετία του 1920 πωλούνταν περιοδικά με γυμνά, αλλά ως έκφραση μιας κουλτούρας του γυμνού και όχι ως πορνό – αν και συχνά ακροβατούσαν στα όρια της νομιμότητας.
Για τους Γερμανούς της πρώτην Δυτικής Γερμανίας, οι Ανατολικογερμανοί έκαναν μπάνιο κυρίως… γυμνοί
Σε κάθε περίπτωση, κατά την εποχή του Εθνικοσοσιαλισμού στη Γερμανία πολλοί ήταν λιγότερο πουριτανοί από ό,τι θα πίστευε κανείς σήμερα. Μάλιστα γύρω στο 1945 οι γυμνιστές απέκτησαν τις δικές τους παραλίες σε πολλές περιοχές. Αργότερα, και κυρίως κατά τις δεκαετίες του 1960 και 1970, ο γυμνισμός εξελίχθηκε σε μια ευρύτερη τάση – οι γυναίκες έκαναν μπάνιο τουλάχιστον «τόπλες».
Και σήμερα;
Κατά μία πικρή ειρωνεία, το «τόπλες» ήταν εκείνο που φέτος το καλοκαίρι πυροδότησε τις συζητήσεις περί γυμνισμού στο Βερολίνο: Μία επιχείρηση της αστυνομίας κινητοποιήθηκε, ώστε μία λουόμενη να φορέσει το πάνω μέρος του μαγιό της. Κεντρικός πυρήνας της συζήτησης: Γιατί θεωρείται το γυναικείο στήθος γυμνισμός, ενώ το ανδρικό όχι;
Για τον ιστορικό Στοφ, το διαδίκτυο είναι η πηγή της ντροπής, καθώς για παράδειγμα σελίδες όπως το Instagram κατακλύζονται από εξιδανικευμένα σώματα με σφριγηλό δέρμα. «Οι περισσότερες εικόνες εκεί είναι φυσικά επεξεργασμένες. Αλλά στην παραλία δια ζώσης η επεξεργασία μέσω φίλτρων δυσκολεύει. Κατά τη γνώμη μου, αυτός είναι και ένας λόγος για τον οποίο υπάρχει ένα αίσθημα δυσφορίας όταν πρόκειται για γυμνό. Η αλήθεια του σώματος τρομάζει πολλούς ανθρώπους και ως εκ τούτου απορρίπτεται. Νομίζω ότι αυτό είναι πιο σημαντικό από ό,τι η διάδοση μιας νέας σεμνοτυφίας ή κάποιος θρησκευτικός πουριτανισμός».
Ακόμα κι αν οι άνθρωποι στην παραλία έχουν σώματα με ατέλειες, πολλοί αισθάνονται παρόλα αυτά την πίεση για τον ίδιο τον εαυτό τους να προσεγγίσει το υποτιθέμενο ιδανικό. «Γρήγορα κάνει την εμφάνισή της μία αίσθηση αποτυχίας, για εκείνους που δεν κατάφεραν να χτίσουν το ιδανικό – για εκείνους – σώμα. Φυσικά, αυτό κλέβει τη χαρά του να είναι κανείς γυμνός, δημιουργεί άγχος και ανταγωνισμό».
Έναν ανταγωνισμό που καλύπτεται συνήθως από τα ρούχα, αλλά δεν κρύβεται με τίποτα στην παραλία, όπως καταλήγει και ο Χάικο Στοφ: «Κάποιος που θεωρεί ότι ανήκει σε υψηλότερη κοινωνική τάξη λόγω της δουλειάς ή της οικονομικής του κατάστασης, μπορεί να αισθάνεται στην παραλία κατώτερος σε σχέση με έναν νεαρό προλετάριο, ο οποίος γυμνάζεται περισσότερο και είναι γυμνός στην παραλία».