H καγκελάριος Μέρκελ και ο υπουργός Οικονομικών Σολτς αποποιούνται κάθε ευθύνη για το σκάνδαλο της Wirecard, καταθέτοντας σε εξεταστική επιτροπή της Βουλής.

Τη σύσταση της εξεταστικής επιτροπής είχαν ζητήσει τα κόμματα των Φιλελευθέρων (FDP), των Πρασίνων και της Αριστεράς (Die Linke). Την Παρασκευή η καγκελάριος εκλήθη στην επιτροπή ως μάρτυς για να απαντήσει στο ερώτημα γιατί η ίδια είχε στηρίξει τη γερμανική εταιρία χρηματοπιστωτικής τεχνολογίας Wirecard στην προσπάθειά της να «ανοίξει πόρτες» στην Κίνα, συζητώντας μάλιστα με τον πρόεδρο της χώρας Σι Τζιπίνγκ, το καλοκαίρι του 2019, την ενδεχόμενη εξαγορά της κινεζικής AllScore Financial από τη Wirecard. Η Άνγκελα Μέρκελ επιβεβαιώνει ότι έγινε σχετική συζήτηση με τον Σι Τζιπίνγκ, αλλά ξεκαθαρίζει ότι αυτό συνέβη σε μία εποχή που δεν υπήρχε η παραμικρή υποψία σκανδάλου για τη συγκεκριμένη επιχείρηση.

Το σκάνδαλο ξέσπασε πολύ αργότερα, τον Ιούνιο του 2020, όταν έγινε γνωστό ότι η Wirecard είχε «φουσκώσει» τον ισολογισμό της κατά 25%, εγγράφοντας ποσό 1,9 δισεκατομμυρίων ευρώ που υποτίθεται ότι μεταφέρθηκε σε καταπιστευτικούς λογαριασμούς στην Ασία, αλλά δεν εντοπίστηκε ποτέ. Δύο τράπεζες στις Φιλιππίνες, τις οποίες η Wirecard είχε αναφέρει ως αντισυμβαλλόμενες, ανακοίνωσαν ότι ποτέ δεν είχαν συνεργαστεί με τη γερμανική εταιρεία. Ο αντιπρόεδρος της Ένωσης Μετόχων και Μικροεπενδυτών (DSW) είχε κάνει λόγο για «πρωτοφανές σκάνδαλο στην οικονομική ιστορία της Γερμανίας», ενώ ο διευθύνων σύμβουλος της Wirecard Μάρκους Μπράουν συνελήφθη και η εταιρεία χρεωκόπησε στα τέλη του 2020.

Επαφές της καγκελαρίας με «λομπίστες»;

Βουλευτές της αντιπολίτευσης ισχυρίζονται ότι ο λόγος που κανείς δεν είχε ενοχλήσει τη Wirecard για μεγάλο χρονικό διάστημα ήταν ότι η εταιρία διέθετε άριστες επαφές στο υψηλότερο δυνατό επίπεδο. Ως ιδιαίτερα δραστήριο λομπίστα αναφέρουν μάλιστα τον Βαυαρό πρώην υπουργό Καρλ Τέοντορ τσου Γκούτενμπεργκ, ο οποίος στις αρχές της σταδιοδρομίας του είχε θεωρηθεί ένα από τα μεγαλύτερα πολιτικά ταλέντα της γενιάς του, αλλά το 2011 αναγκάστηκε να παραιτηθεί όταν αποκαλύφθηκε σκάνδαλο λογοκλοπής στη διδακτορική του διατριβή. Απαντώντας σε σχετικό ερώτημα της εξεταστικής επιτροπής η Μέρκελ τόνισε ότι δεν θυμάται να έχει κάνει συγκεκριμένη αναφορά για τη Wirecard ο Καρλ Τέοντορ τσου Γκούτενμπεργκ την εποχή που ήταν υπουργός Οικονομίας, αλλά «δεν μπορεί και να το αποκλείσει».

Την Παρασκευή ο βουλευτής των Βαυαρών Χριστιανοκοινωνιστών (CSU) Χανς Μίχελμπαχ επέκρινε τις δραστηριότητες λόμπι στις οποίες, όπως ανέφερε, είχε επιδοθεί ο πρώην συνάδελφός του την εποχή που ήταν υπουργός. «Δεν μπορείς να βάζεις μπροστά στις δουλειές σου την καγκελάριο, όταν μάλιστα δεν έχεις εξετάσει καν το συγκεκριμένο επιχειρηματικό μοντέλο, ενώ έχεις εισπράξει και 900.000 ευρώ» δηλώνει ο Μίχελμπαχ στην οικονομική επιθεώρηση Handelsblatt, υπονοώντας προφανώς την αμοιβή για τις υπηρεσίες λόμπι προς τον Καρλ Τέοντορ τσου Γκούτενμπεργκ. 

«Σκιές» για τον υποψήφιο των Σοσιαλδημοκρατών

Επικρίσεις είχε δεχθεί την εποχή εκείνη και ο υπουργός Οικονομικών – και σημερινός υποψήφιος του Σοσιαλδημοκρατικού Κόμματος (SPD) για την καγκελαρία – Όλαφ Σολτς. Θα μπορούσε εκ της θέσεώς του, ως υπουργός και προϊστάμενος της Εποπτικής Αρχής BaFin, να γνωρίζει περισσότερα για την υπόθεση Wirecard; Ο αντικαγκελάριος είχε κληθεί την Πέμπτη να απαντήσει σε σχετικά ερωτήματα της εξεταστικής επιτροπής. ‘Εκανε λόγο για «εγκληματικές ενέργειες» της συγκεκριμένης επιχείρησης, αλλά χαρακτήρισε «παράλογα μυθεύματα» τις εικασίες ότι ο ίδιος και η ομοσπονδιακή κυβέρνηση φέρουν ευθύνη για το σκάνδαλο. Σύμφωνα με τον Σολτς η ευθύνη ανήκει στην εταιρεία συμβούλων EY, η οποία επί έντεκα ολόκληρα χρόνια δεν «κατάφερε» να εντοπίσει τις ατασθαλίες στους ισολογισμούς της Wirecard. Ο ίδιος επιμένει ότι μόλις πληροφορήθηκε το τι συνέβη «δρομολόγησε με ταχύτητα» όλες τις απαραίτητες ενέργειες.