Τετρακόσια πορτρέτα ανθρώπων που βίωσαν στο πετσί τους τη θηριωδία του Ολοκαυτώματος και κατάφεραν να επιβιώσουν. Τετρακόσιοι άνθρωποι, με ονοματεπώνυμο και τη δική τους προσωπική ιστορία, που σε αντίθεση με τα έξι εκατομμύρια συνανθρώπους τους που έχασαν τη ζωή τους από τη ναζιστική μηχανή θανάτου, επέζησαν για να αφηγηθούν τα φριχτά εγκλήματα ώστε «ΠΟΤΕ ΞΑΝΑ» η ανθρωπότητα να μη βιώσει άλλη μια τέτοια τραγωδία. Τετρακόσιες είναι οι φωτογραφίες επιζησάντων του Ολοκαυτώματος που έχει τραβήξει ο Γερμανός (με ιταλικές ρίζες) φωτογράφος Λουίτζι Τοσκάνο (Luigi Toscano), διακόσιες εκ των οποίων εκτίθενται αυτές τις ημέρες στο Παρίσι.

«Lest we forget» (να μην ξεχάσουμε) είναι ο τίτλος της έκθεσης του Τοσκάνο που εγκαινιάστηκε -διαδικτυακά, λόγω των περιορισμών εξαιτίας του κορονοϊού- την περασμένη Δευτέρα στην έδρα της UNESCO, στο Παρίσι. Ο Τοσκάνο ταξίδεψε από τις ΗΠΑ, τη Γερμανία και την Ολλανδία, ως τη Λευκορωσία, την Ουκρανία, το Ισραήλ και τη Ρωσία προκειμένου να συναντήσει και ν‘ απαθανατίσει με τον φακό του 400 επιζήσαντες του Ολοκαυτώματος. Διακόσια απ‘ αυτά τα πορτρέτα, μαζί με τις μοναδικές ιστορίες των προσώπων που απεικονίζουν, θα εκτίθενται έως τις 12 Φεβρουαρίου 2021 περιμετρικά του κτιρίου της UNESCO προκειμένου να θυμίζουν σε επισκέπτες και περαστικούς ότι τα θύματα του Ολοκαυτώματος δεν ήταν …απρόσωποι αριθμοί αλλά άνθρωποι με ονοματεπώνυμο.

Η έκθεση στην έδρα της UNESCO πραγματοποιείται με αφορμή τη σημερινή Διεθνή Ημέρα Μνήμης για τα Θύματα του Ολοκαυτώματος, σε συνεργασία με το Παγκόσμιο Εβραϊκό Συνέδριο, την Ευρωπαϊκή Ένωση, τις μόνιμες αντιπροσωπείες της Αυστρίας, της Γαλλίας και της Γερμανίας στην UNESCO καθώς και το Αυστριακό Πολιτιστικό Φόρουμ (Austrian Cultural Forum) στο Παρίσι. Πρόκειται για τη μεγαλύτερη έκθεση του είδους της, ενώ προηγουμένως, τα πορτρέτα των επιζησάντων του Ολοκαυτώματος είχαν εκτεθεί στην έδρα των Ηνωμένων Εθνών στη Νέα Υόρκη καθώς και στη Γενεύη, την Ουάσιγκτον, το Βερολίνο, τη Βιέννη, τις Βρυξέλλες και το Κίεβο, με συνολικά πάνω από ένα εκατομμύριο επισκέπτες.

«Ήταν πέντε χρόνια πριν, με την άνοδο της ακροδεξιάς στην Ευρώπη και ιδιαίτερα στη Γερμανία, που αποφάσισα να κάνω κάτι γι‘ αυτό. Αυτό που μπορούσα να κάνω ήταν να ταξιδέψω ανά τον κόσμο, να φωτογραφίσω επιζήσαντες του Ολοκαυτώματος και να τοποθετήσω τα πορτρέτα τους (σε μεγάλη κλίμακα) σε δημόσιο χώρο», λέει στο Αθηναϊκό/Μακεδονικό Πρακτορείο Ειδήσεων ο Τοσκάνο. Εξηγεί, δε, πως εκτός από Εβραίους θύματα του Ολοκαυτώματος έχει απαθανατίσει -μεταξύ άλλων- Ρομά, ομοφυλόφιλους, ανθρώπους που διώχθηκαν για τις πολιτικές τους πεποιθήσεις από τους ναζί. «Ήθελα να δώσω πρόσωπο και φωνή σε όλα τα θύματα του Ολοκαυτώματος», τονίζει.

Τον αρχικό δισταγμό κι ενίοτε σκεπτικισμό των θυμάτων του Ολοκαυτώματος να φωτογραφηθούν για τις ανάγκες του πρότζεκτ του Λουίτζι Τοσκάνο διαδεχόταν η …κατάθεση ψυχής για τα όσα βίωσαν στα στρατόπεδα θανάτου. «Υπήρξαν διαφορετικές αντιδράσεις. Κάποιοι στην αρχή προσέγγισαν το εγχείρημά μου με σκεπτικισμό, άλλοι ήταν λίγο διστακτικοί. Πρόθεσή μου, ωστόσο, δεν ήταν να εισβάλω στη ζωή και τα σπίτια τους, να τους φωτογραφίσω και να φύγω. Περνούσα πολλές ώρες μαζί τους συζητώντας προτού αρχίσω να φωτογραφίζω», σημειώνει ο Γερμανός φωτογράφος και η φωνή του «σπάει» όταν θυμάται πόσο δύσκολο ήταν να διαχειριστεί ψυχολογικά όσα τού εκμυστηρεύονταν οι άνθρωποι που συναντούσε.

«Στην αρχή ήταν πολύ δύσκολο για μένα. Με κατέκλυζαν διάφορα συναισθήματα και δεν μπορούσα κάποιες φορές να κοιμηθώ καθώς οι ιστορίες αυτών των ανθρώπων επέστρεφαν συνεχώς στο μυαλό μου. Έφτασα σε σημείο μέχρι και να επηρεαστεί η ακοή μου απ‘ όλη αυτή την κατάσταση και αναζήτησα καταφύγιο στους φίλους μου, με τους οποίους συζητούσα όλα όσα αισθανόμουν για να ανακουφιστώ», λέει κι εξομολογείται πως κάποιες φορές προσπαθούσε να κρατήσει κάποια απόσταση ώστε να μην επηρεάζεται, αλλά οι ιστορίες τους ήταν τόσο τραγικές που δεν μπορούσε παρά να κλαίει μαζί τους.

PHOTO: Λουίτζι Τοσκάνο

Μια αναπάντεχη συνάντηση δύο …πορτρέτων

Όταν στήνει μια έκθεση με τα πορτρέτα των θυμάτων του Ολοκαυτώματος, ο Τοσκάνο δεν έχει ποτέ κάποιο συγκεκριμένο πλάνο, όπως εξηγεί. Τοποθετεί τυχαία τις φωτογραφίες, τη μία πλάι στην άλλη, ανάλογα με την αίσθηση της στιγμής. Μια τέτοια στιγμή έμελλε να φέρει κοντά δύο παιδικούς φίλους, που έχασαν ο ένας τα ίχνη του άλλου την ταραγμένη περίοδο του πολέμου. «Μια μέρα έβαλα πλάι πλάι δύο φωτογραφίες. Η μία ανήκε στον Γουόλτερ, που ζει στη Σουηδία, και η άλλη στον Χορστ που ζει στη Γερμανία. Ο Γουόλτερ διαβάζει μόνο μία γερμανική εφημερίδα στη Στοκχόλμη κι εκείνη την ημέρα, στα εγκαίνια, ο δημοσιογράφος αυτής της εφημερίδας συνόδευσε το κείμενό του με μια φωτογραφία από τα πορτρέτα των δύο αυτών ανδρών, το ένα πλάι στο άλλο. Μόλις είδε τη φωτογραφία ο Γουόλτερ, στο πρόσωπο του Χορστ αναγνώρισε τον παιδικό του φίλο. Η τραγωδία είναι ότι η οικογένεια του Γουόλτερ μπορεί να διασώθηκε αλλά όχι και του Χορστ, αφού ήταν ο μοναδικός που κατάφερε να επιζήσει της θηριωδίας. Οι δυο τους άρχισαν να επικοινωνούν μέσω τηλεφώνου αλλά ο Χορστ δεν ήταν έτοιμος ψυχολογικά να δει τον παιδικό του φίλο και ν‘ ανακαλέσει στη μνήμη του ένα κεφάλαιο της ζωής του που αφανίστηκε, μαζί με τα όνειρα και τις ελπίδες του, στο Ολοκαύτωμα», αφηγείται στο ΑΠΕ-ΜΠΕ ο Γερμανός φωτογράφος.

Εκτός από τον Γουόλτερ και τον Χορστ υπάρχουν και κάποιοι επιζώντες που θέλησαν να δουν από κοντά τα πορτρέτα τους. Ποια ήταν, όμως, η αντίδρασή τους; Ο Τοσκάνο ανακαλεί στη μνήμη του ένα περιστατικό, που το χιούμορ «έσπασε» την αρχική αμηχανία. «Μία εκ των επιζώντων, κοιτώντας τη φωτογραφία της είπε χαριτολογώντας: είμαι ακόμη ελεύθερη κι αυτή είναι μια πολύ ωραία φωτογραφία. Θα μπορούσα να τη χρησιμοποιήσω για ν‘ αρχίσω να βγαίνω με κάποιον!».

Με τις φωτογραφίες του, ο Τοσκάνο θέλει να δείξει -στη νέα γενιά κυρίως- ότι πίσω από τα νούμερα κρύβονται άνθρωποι και πως όσοι έχασαν τη ζωή τους στο Ολοκαύτωμα, στερήθηκαν το αδιαπραγμάτευτο δικαίωμα στη ζωή. Θυμάται σαν χθες έναν νεαρό άνθρωπο να στέκεται μπροστά σε μια από τις φωτογραφίες και να τον ρωτάει αν ζει κάποιος απ‘ όσους είχε φωτογραφίσει. Ο νεαρός δεν είχε προσέξει πως δίπλα στο πορτρέτο στεκόταν ο …ιδιοκτήτης του, ο Χάρι. «Τού είπα: για δες αυτόν τον άνδρα και κοίτα τη φωτογραφία. Και τότε ο νεαρός άρχισε να κλαίει και να λέει: „είναι απίστευτο, είναι ζωντανός!“. Αυτός ο άνθρωπος δεν πρόκειται να ξεχάσει ποτέ στη ζωή του αυτή τη στιγμή», λέει ο Τοσκάνο, ο οποίος αν και είχε στα σχέδιά του να επισκεφθεί την Ελλάδα και τη Θεσσαλονίκη με την άλλοτε πολυπληθή εβραϊκή κοινότητα, αναγκάστηκε να μεταθέσει τα σχέδιά του για μετά το τέλος της πανδημίας.