Βαρσοβία, 13 Σεπτεμβρίου 1939. Κορίτσια μαζεύουν πατάτες σε έναν αγρό όταν ξαφνικά γερμανικά αεροσκάφη ξεκινούν επίθεση. Η Άντζια πέφτει στο έδαφος. Ένας αμερικανός φωτογράφος συγκρατεί τη στιγμή με το φακό του.
«Εκεί βρισκόταν τότε ένα ξύλινο σπίτι. Όταν τα αεροπλάνα άρχισαν την επίθεση η Άντζια, μαζί με άλλες γυναίκες, αναζήτησαν καταφύγιοί», λέει η Καζιμιέρα Μίκα (Κάσια) το 2010 σε συνομιλία με τον Οϊγκένιους Στάρκι, σκηνοθέτη της ταινίας «Ανταποκριτής Μπράιαν».
Λίγα δευτερόλεπτα μετά το σπίτι τυλίγεται στις φλόγες. Η Άντζια Κοστέβιτς και οι γυναίκες το εγκαταλείπουν πανικόβλητες. Παρά τον κίνδυνο τρέχουν στο χωράφι για να μαζέψουν τις πατάτες που τους έπεσαν. Η πείνα είναι δυνατότερη από το φόβο.
Τα γερμανικά αεροπλάνα πετούν τώρα χαμηλά. Πυροβολούν τους ανθρώπους. Μια σφαίρα πετυχαίνει την Άντζια στο λαιμό, ένα θραύσμα στην ωμοπλάτη.
Η 12χρονη Κάσια γονατίζει δίπλα στο παραμορφωμένο κορμί της αδερφής της. Δεν καταλαβαίνει τι συνέβη. Είναι η πρώτη της επαφή με τον θάνατο. Μόλις πριν λίγο η Άντζια ζούσε. Τώρα δεν μιλά.
Όταν τα γερμανικά μαχητικά φεύγουν εμφανίζεται ο Τζούλιεν Μπράιαν. Ο αμερικανός δημοσιογράφος και φωτογράφος ήρθε στη Πολωνία για να καλύψει τις πρώτες μέρες του πολέμου, που ξεκίνησε μόλις δώδεκα μέρες νωρίτερα, τη 1η Σεπτεμβρίου.
Ο Τζούλιεν Μπράιαν με τη 12χρονη Καζιμιέρα Μίκα
Βλέπει το πτώμα μια νεαρής γυναίκας και δίπλα το μικρό της γιό με απλανές βλέμμα. Ο Αμερικανός βλέπει παραδίπλα την Κάσια να μιλά στην αδερφή της. Ο δημοσιογράφος κινηματογραφεί και φωτογραφίζει όσα βλέπει
«Με κοιτούσε με απορία. Τη πήρα αγκαλιά για την παρηγορήσω. Έκλαιγε και έκλαιγα. Το ίδιο έκαναν και οι δύο πολωνοί αξιωματικοί που με συνόδευαν. Τι μπορούσαμε να πούμε, τι θα μπορούσε να πει οποιοσδήποτε σε αυτό το παιδί αυτή την ώρα;» έγραφε αργότερα ο Τζούλιεν Μπράιαν. Η στιγμή εκείνη ήταν ότι πιο τραγικό έζησα τις μέρες αυτές στη Βαρσοβία, έλεγε αργότερα στο ντοκιμαντέρ του «Πολιορκία» (Siege).
Ο τελευταίος ανταποκριτής στη Βαρσοβία
Λίγες μέρες πρωτύτερα ο αμερικανός δημοσιογράφος έφθασε στη πολωνική πρωτεύουσα με ένα από τα τελευταία τραίνα, μιας και περιμετρικά της πόλης μαίνονταν οι μάχες.
Γνώριζε ήδη καλά τη Πολωνία. Έζησε από κοντά τη κατασκευή το λιμανιού στη Γκντένια, είχε επισκεφθεί ένα από τα ανθρακορυχεία στη Σιλεσία, εντυπωσιάστηκε από τους διάσημους παραδοσιακούς χορούς και τις τοπικές ενδυμασίες στο Ουόβιτς. Τώρα όμως κατέγραφε τη πείνα, το θάνατο και τη δυστυχία.
Φωτογραφίες σύμβολα
Οι ναζί κάνουν τις δικές τους κινηματογραφικές λήψεις από την εισβολή στη Πολωνία. Τα πλάνα πέρασαν την ιστορία. Στρατιώτες να κάνουν πέρα τη μπάρα στο πολωνικό φυλάκιο στα σύνορα με τη Γερμανία ή το γερμανικό πολεμικό πλοίο Σλέσβιχ-Χολστάιν να βάλλει κατά πολωνικών θέσεων έξω από το Ντάνσινγκ.
Η Καζιμιέρα Μίκα θρηνεί το χαμό της αδερφής της
Ειδικοί κινηματογραφιστές καταγράφουν με τη τελευταία λέξη της τεχνολογίας τα πολεμικά γεγονότα από ναζιστική σκοπιά. O Γιάτσεκ Σαβίτσκι από το Ινστιτούτο για την Εθνική Μνήμη IPN λέει: «Οι λήψεις δείχνουν σκόπιμα τους ελλιπώς εξοπλισμένους πολωνούς στρατιώτες, αλλά και τον εβραϊκό πληθυσμό με τις χαρακτηριστικές κομμώσεις και ενδυμασίες. Συστηματικά η γερμανική προπαγάνδα αποτυπώνει όσα θεωρεί χειρότερα και υποδεέστερα. Σαν να ήθελε να αποδείξει στο κοινό ότι μαζί με τους γερμανούς στρατιώτες εισέβαλλε στη Πολωνία και ο πολιτισμός».
Στον αντίποδα, οι φωτογραφίες και οι λήψεις του Μπράιν. Συνήθως κινηματογραφεί, έχει όμως μαζί τους και φωτογραφικό εξοπλισμό που του επιτρέπει να βγάζει ακόμα και έγχρωμες διαφάνειες. Χάρι σε εκείνον υπάρχουν σήμερα έγχρωμες φωτογραφίες από τις πρώτες μέρες του πολέμου από τη σκοπιά των θυμάτων.
«Ονομάζομαι Τζούλιεν Μπράιαν, είμαι αμερικανός φωτογράφος»
Για τους ανθρώπους μπροστά στο φακό του Μπράιαν η φωτογράφηση είναι ένα είδος σύνδεσης με ένα καλύτερο κόσμο. Το βλέμμα πολλών αποπνέει αισιοδοξία. «Όταν τους έλεγα ότι είμαι αμερικανός φωτογράφος νόμιζαν ότι ήρθα από τις ΗΠΑ για να τους βοηθήσω. Δεν μπορούσα όμως να κάνω κάτι παραπάνω από το να αποτυπώσω την έκφραση του προσώπου τους εκείνη τη μέρα», λέει ο Τζ. Μπράιαν στο ντοκιμαντέρ του «Πολιορκία» που κυκλοφόρησε το 1940.
Όμως ο Αμερικανός κάνει το κάτι παραπάνω, γίνεται η φωνή του πολωνικού λαού. Στις 15 Σεπτεμβρίου του 1939 απευθύνει έκκληση στον πρόεδρο των ΗΠΑ Φράνκλιν Ρούζβελτ. Ξεκινά με τις λέξεις «ονομάζομαι Τζούλιεν Μπράιαν και είμαι αμερικανός φωτογράφος». Με ήρεμη, αλλά αποφασιστική φωνή λέει στο Πολωνικό Ραδιόφωνο: «Η Αμερική πρέπει να δράσει και να σταματήσει το χειρότερο μακελειό της σύγχρονης ιστορίας. Παρακαλούμε 130 εκατομμύρια Αμερικανούς να βοηθήσουν, στο όνομα της αξιοπρέπειας, της δικαιοσύνης και των χριστιανικών αξιών, τον γεμάτο θάρρος πολωνικό λαό».
Επιστροφή μετά από 16 χρόνια
Μετά την επιστροφή του στις ΗΠΑ δείχνει στο πρόεδρο Ρούζβελτ τις φωτογραφίες του. Την ταινία «Πολιορκία» βλέπουν εκατομμύρια άνθρωποι. Ακολουθούν μια υποψηφιότητα για Όσκαρ και ένα ομότιτλο βιβλίο.
Πολλά χρόνια αργότερα το κορίτσι της φωτογραφίας απορεί: «Ήταν παθιασμένος με αυτές τις φωτογραφίες. Ήθελε να δείξει στους ανθρώπους, σε ολόκληρη την ανθρωπότητα, την αλήθεια και το κακό. Για να δουν όλοι τι μας έκαναν οι Γερμανοί», έλεγε η Καζιμιέρα Μίκα, η μικρή Κάσια, το 2010 στον σκηνοθέτη Οϊγκένιους Στάρκι.
Το 1958 επιστρέφει στη Βαρσοβία και συναντά την τότε 31χρονη Καζιμιέρα. 16 χρόνια αργότερα ξανάρχεται φέρνοντας μαζί και το γιο του Σαμ Μπράιαν.
Όταν η συντάκτρια αυτού του άρθρου τηλεφώνησε στον Σαμ Μπράιαν στη Νέα Υόρκη ήταν σαν να άκουγε τη φωνή του πατέρα του, ήσυχη και συγκρατημένη, όπως στο ραδιοφωνικό του μήνυμα προς τον πρόεδρο των ΗΠΑ τόσα χρόνια πριν.
Εκείνος αισθανόταν σαν ήξερε από πάντα την Καζιμιέρα Μίκα, της είπε στο ξεκίνημα της τηλεφωνικής τους συνομιλίας. Τα δάκρυα και η απελπισία του δακρυσμένου κοριτσιού τον συνοδεύουν από τότε που άρχισε να θυμάται, λέει. Όταν ο πατέρας του επέστρεψε από τη Βαρσοβία ο Σαμ ήταν δεν ήταν έξι μηνών.
Τζ. Μπράιν: «Η επίσκεψη στη Πολωνία ήταν το ταξίδι της ζωής μου»
«Με το πατέρα μου συναντήσαμε μετά από 45 χρόνια στη Βαρσοβία ανθρώπους που φωτογράφισε. Ανάμεσά τους η Καζιμιέρα Μίκα», διηγείται. Ξαναβλέπονται ακόμα μια φορά το 2019.
Η Καζιμιέρα Μίκα με τον Σαμ Μπράιαν (δεξιά) το 2019
«Για εκείνη είμαι σαν γιος. Μου είπε τόσο καλά πράγματα για τον πατέρα μου. Μιλά για το πατέρα μου σαν να ήταν ο δικός της πατέρας διότι νοιάστηκε για κείνη. Επισκεφθήκαμε το τάφο της αδερφής της. Ήταν συγκινητικές στιγμές», λέει ο Σαμ Μπράιαν.
Η Καζιμιέρα Μίκα έλεγε το 2010: «Εκείνη τη μέρα τα αεροπλάνα πετούσαν χαμηλά πάνω από το χωράφι. Δεν μπορεί οι Γερμανοί πιλότοι να μην είχαν δει ότι εκεί κάτω βρίσκονταν μόνο γυναίκες. Γιατί πυροβόλησαν; Μέχρι σήμερα παρά το προχωρημένο της ηλικίας μου δεν μπορώ να τους το συγχωρέσω».
Τον Οκτώβριο του 1974, μερικούς μόνο μήνες μετά την επιστροφή από τη Βαρσοβία, ο Τζούλιεν Μπράιν πεθαίνει.
«Είχε υποσχεθεί να μου δείξει την Αμερική», λέει η Καζιμιέρα. «Δυστυχώς δεν κατάφερα να δω τη Νέα Υόρκη. Δεν πειράζει όμως, τον ευγνωμονώ , διότι έχω τουλάχιστον τη φωτογραφία της Άντζιας».
Η Καζιμιέρα Μίκα πέθανε στις 28 Αυγούστου του 2020 και τάφηκε στο νεκροταφείο Ποβάτσκι της Βαρσοβίας. Όχι πολύ μακριά από το σημείο όπου ο Τζούλιεν Μπράιεν έκανε πριν από 81 χρόνια τις λήψεις του.
Μαγκταλένα Γκβοστς-Πάλοκατ
Επιμέλεια: Στέφανος Γεωργακόπουλος