Από τη μία πλευρά, ένας πρόεδρος που προσεγγίζει τα πράγματα (τις προκλήσεις, τις συμμαχίες, τους άλλους ηγέτες) με τον δικό του… ιδιαίτερο (πρόσκαιρο, καιροσκοπικό, ενίοτε ανερμάτιστο) τρόπο, προτιμώντας ως μέσο έκφρασης τους 280 χαρακτήρες των αναρτήσεων στο twitter. Από την άλλη πλευρά, ένας κρατικός μηχανισμός (Στέιτ Ντιπάρτμεντ, Πεντάγωνο, υπουργείο Δικαιοσύνης) που συνεχίζει να χαράσσει μακροπρόθεσμη στρατηγική, συχνά σε σύγκρουση με τον ίδιο τον πρόεδρο.
Κάπως έτσι κύλησαν τα πράγματα την περασμένη τετραετία στο μέτωπο της αμερικανικής εξωτερικής πολιτικής, με τον Τραμπ να «χάνει» τρεις συμβούλους εθνικής ασφάλειας, έναν υπουργό Εξωτερικών, έναν υπουργό Άμυνας, έναν υπουργό Δικαιοσύνης κ.ά. εν μέσω διαφωνιών αναφορικά με τη στρατηγική που θα έπρεπε να ακολουθήσουν οι Ηνωμένες Πολιτείες σε σειρά από ανοιχτά μέτωπα ανά την υφήλιο.
Υπήρξαν «θετικές» εξελίξεις τα τελευταία τέσσερα χρόνια σε ό,τι αφορά στην ευρύτερη ελληνική γειτονιά; Ναι, η αποφασιστική σύσφιξη-διεύρυνση-εμβάθυνση των ελληνοαμερικανικών δεσμών (έναρξη στρατηγικού διαλόγου, υπογραφή του Πρωτοκόλλου Τροποποίησης της Συμφωνίας Αμοιβαίας Αμυντικής Συνεργασίας Ελλάδας-ΗΠΑ, οι αμερικανικές επενδύσεις σε ναυπηγεία, οι επισκέψεις Πομπέο κ.ά.), η στήριξη που παρείχε η Ουάσιγκτον στα πολυμερή σχήματα συνεργασίας Ελλάδας και Κύπρου στην Ανατολική Μεσόγειο, η απόφαση περί μερικής άρσης του αμερικανικού εμπάργκο όπλων προς την Κυπριακή Δημοκρατία, και η αποκατάσταση-εξομάλυνση των δεσμών του Ισραήλ με σειρά από αραβικές χώρες (Ηνωμένα Αραβικά Εμιράτα, Μπαχρέιν) θα μπορούσαν να ερμηνευτούν ως «θετικές» εξελίξεις.
Περίοδος επεισοδιακών αντιφάσεων
Κατά τα λοιπά ωστόσο… το χάος. Ειδικά στο μέτωπο των αμερικανοτουρκικών δεσμών (που έχουν εκ των πραγμάτων απολήξεις και στα ελληνοτουρκικά), η περασμένη τετραετία ήταν μάλλον μια περίοδος επεισοδιακών… αντιφάσεων.
Από τη μία πλευρά, τα τελευταία τέσσερα χρόνια άνοιξαν αλλεπάλληλα σοβαρά ρήγματα στο μέτωπο των αμερικανοτουρκικών σχέσεων. Βλέπε:
- Αμερικανικές αντιδράσεις για την αγορά των ρωσικών S-400 από την Άγκυρα
- Απομάκρυνση της Τουρκίας από το πρόγραμμα συμπαραγωγής των αμερικανικών F-35
- Φυλάκιση του Αμερικανού πάστορα Άντριου Μπράνσον στη Σμύρνη
- Επιβολή αμερικανικών κυρώσεων κατά της Τουρκίας το καλοκαίρι του 2018
- Στοχοποίηση της τουρκικής τράπεζας Halkbank από την αμερικανική δικαιοσύνη (υποθέσεις Μεχμέτ Χακάν Ατίλα, Ρεζά Ζαράμπ) με την κατηγορία ότι συμμετείχε επί σειρά ετών στην παραβίαση των αμερικανικών κυρώσεων κατά του Ιράν
- Διαφωνίες για τις εξελίξεις στο μέτωπο της Συρίας, αναφορικά κυρίως με την αμερικανική στήριξη υπέρ των Κούρδων που μάχονταν ενάντια στους τζιχαντιστές του καλούμενου Ισλαμικού Κράτους
- Οργή για τις βιαιοπραγίες των μπράβων του Ερντογάν κατά την επίσκεψη του τελευταίου στην Ουάσιγκτον το 2017
Από την άλλη πλευρά ωστόσο, παράλληλα με όλα τα προαναφερθέντα, στην προεδρία των ΗΠΑ θα βρισκόταν τα περασμένα χρόνια και ένας πρόεδρος όπως ο Ντόναλντ Τραμπ, που ξεχωρίζει ως ο με διαφορά περισσότερο «ερντογανικός» (pro-Erdogan) στα αμερικανικά χρονικά.
Ο Τραμπ έχει επιχειρηματικά συμφέροντα στην Τουρκία (βλέπε τους ουρανοξύστες «Trump Towers» στην Κωνσταντινούπολη). Ο ίδιος είχε μάλιστα παραδεχθεί σε συνέντευξή του τον Δεκέμβριο του 2015 ότι η επιχειρηματική του δράση στην Τουρκία θα στοιχειοθετούσε «σύγκρουση συμφερόντων» εάν εκείνος εκλεγόταν πρόεδρος των ΗΠΑ.
Ο Τραμπ ως «οπαδός» του Ερντογάν
Ο Τραμπ έχει όμως δηλώσει και «μεγάλος οπαδός» του Ερντογάν με τον οποίο διατηρεί «πολύ καλή σχέση». «Πρέπει να ομολογήσω ότι, απέναντι σε εμένα, ο πρόεδρος Ερντογάν ήταν πολύ καλός», θα έλεγε ο 45ος πρόεδρος των ΗΠΑ, απευθυνόμενος στον Αμερικανό πάστορα Άντριου Μπράνσον, σε έναν άνθρωπο δηλαδή που είχε μόλις περάσει δύο χρόνια φυλακισμένος στην Τουρκία ως «πραξικοπηματίας» στη βάση ανυπόστατων κατηγοριών.
Κι όλα αυτά, με την τουρκική ηγεσία στον αντίποδα να τρίζει τα δόντια στους Αμερικανούς… σε κάθε ευκαιρία. Ο λόγος για μια τουρκική ηγεσία που όχι μόνο παρέλαβε τις συστοιχίες των ρωσικών S-400 το καλοκαίρι του 2019 αλλά και τις δοκίμασε προ εβδομάδων στη Σινώπη του Εύξεινου Πόντου, σε πείσμα των αμερικανικών αντιδράσεων, με τον ίδιο τον πρόεδρο Ερντογάν μάλιστα να επιβεβαιώνει τη δοκιμή του ρωσικού αντιαεροπορικού συστήματος αλλά και να στέλνει το μήνυμα ότι οι αντιδράσεις από την πλευρά των ΗΠΑ «δεν τον αφορούν» «ούτε τον δεσμεύουν».
Η απειλή των κυρώσεων ξανά στο τραπέζι
Θα μπορούσε ο Ερντογάν να συμπεριφέρεται κατά τέτοιο τρόπο εάν ήταν κάποιος άλλος πρόεδρος στις ΗΠΑ και όχι ο Ντόναλντ Τραμπ. Ενδεχομένως ναι, αλλά το πιο πιθανό είναι πως σε μια τέτοια περίπτωση θα είχαν ήδη επιβληθεί κυρώσεις κατά της Τουρκίας στο πλαίσιο του νόμου CAATSA για την αντιμετώπιση των εχθρών της Αμερικής, όπως ζητούν άλλωστε μετ‘ επιτάσεως εδώ και καιρό πολλοί Αμερικανοί Γερουσιαστές, όχι μόνο Δημοκρατικοί όπως οι Ρόμπερτ Μενέντεζ και Κρις Βαν Χόλεν, αλλά και Ρεπουμπλικάνοι.
Εάν χάσει τον Τράμπ, ο Ερντογάν χάνει έναν «φίλο» στον Λευκό Οίκο, αυτό είναι σαφές. Με τον Τζο Μπάιντεν οι σχέσεις δεν πρόκειται να είναι το ίδιο «προνομιακές» σε προσωπικό επίπεδο για τον Τούρκο πρόεδρο. Η ίδια η τουρκική ηγεσία έχει φροντίσει άλλωστε να δυναμιτίσει το κλίμα ναρκοθετώντας παράλληλα και την όποια απόπειρα μελλοντικής επικοινωνίας. Ο εκπρόσωπος της τουρκικής προεδρίας Ιμπραχίμ Καλίν έχει κατ‘ επανάληψη επιτεθεί προσωπικά στον ίδιο τον Μπάιντεν τους τελε\υταίους μήνες, προειδοποιώντας τον μάλιστα ότι «θα πληρώσει το τίμημα» εάν τολμήσει να τα βάλει με την Τουρκία.
Μπάιντεν κατά «αυταρχικού» Ερντογάν για Ελλάδα, Αγία Σοφία, Καύκασο
Ο Μπάιντεν από την πλευρά του, έχει χαρακτηρίσει τον Ερντογάν «αυταρχικό», ενώ πίο πρόσφατα κάλεσε την Τουρκία «να μείνει έξω από τη σύγκρουση» στο Ναγκόρνο Καραμπάχ, πράγμα που δεν άρεσε καθόλου στην τουρκική ηγεσία. Ο προεδρικός υποψήφιος των Δημοκρατικών έχει παράλληλα αποκηρύξει ως «προκλητικές» τις τουρκικές κινήσεις «ενάντια στην Ελλάδα», ενώ έχει καλέσει τον Τούρκο πρόεδρο Ερντογάν να πάρει πίσω και την απόφασή του για τη μετατροπή της Αγίας Σοφίας σε τέμενος.
Ανεξάρτητα από το όποιο αποτέλεσμα των επερχόμενων προεδρικών εκλογών της 3ης Νοεμβρίου στις ΗΠΑ, ο στρατηγικός διάλογος Ελλάδας-ΗΠΑ που ξεκίνησε το 2018 παραμένει, όπως παραμένουν άλλωστε και τα ποικίλα αμερικανικά «ανοίγματα» των τελευταίων ετών επί ελληνικού εδάφους (στρατηγικός διάλογος, επενδύσεις, Σούδα, επέκταση αμερικανικής στρατιωτικής παρουσίας κ.ά.), «ανοίγματα» τα οποία έρχονται να λειτουργήσουν όχι τόσο απέναντι στη ΝΑΤΟική Τουρκία του Ερντογάν (όπως θα ήθελαν πολλοί πίσω στην Ελλάδα να πιστεύουν) αλλά κυρίως απέναντι στην κινεζική επιρροή (COSCO στον ΟΛΠ, 17+1) και δευτευόντως απέναντι στη Ρωσία.
Δεδομένο το αμερικανικό ενδιαφέρον για Ελλάδα
Το αυξημένο ενδιαφέρον των ΗΠΑ για την Ελλάδα έχει, με άλλα λόγια, έρθει για να μείνει. Όπως έχουν έρθει για να μείνουν και οι ουκ ολίγοι Αμερικανοί γερουσιαστές που στήριξαν άμεσα ή έμεσσα τις ελληνικές θέσεις τα τελευταία χρόνια. Όπως σημειώθηκε και σε προηγούμενο δημοσίευμα του News247, οι Γερουσιαστές που έχουν στηρίξει τις ελληνικές θέσεις είτε παραμένουν στα πόστα τους έως τουλάχιστον τις ενδιάμεσες εκλογές του 2022, είτε οδεύουν προς επανεκλογή (με δεδομένο ότι στις 3 Νοεμβρίου οι Αμερικανοί δεν εκλέγουν μόνο πρόεδρο αλλά και 35 από τους 100 γερουσιαστές).
Με ενδιαφέρον αναμένεται, ωστόσο, και η θέση στην οποία πρόκειται να τοποθετηθεί το προσεχές διάστημα ένας άλλος φίλος της Ελλάδας και μεγάλος υποστηρικτής των ελληνικών θέσεων: ο νυν πρέσβης των ΗΠΑ στην Αθήνα Τζέφρεϊ Πάιατ που έχει ακουστεί ότι ίσως «μετακομίσει» σε κάποιο σημαντικό πόστο στο Στέιτ Ντιπάρτμεντ (εκείνος έχει άλλωστε ήδη παραμείνει στην Ελλάδα περισσότερο από το συνήθως προβλεπόμενο για έναν πρέσβη). Ο πρώην πρέσβης των ΗΠΑ στην Ελλάδα Νίκολας Μπερνς επίσης λέγεται ότι θα μπορούσε να αναβαθμιστεί σε περίπτωση νίκης του Μπάιντεν. Την περιοχή μας γνωρίζει καλά και ο Τόνι Μπλίνκεν, ο κορυφαίος σύμβουλος σήμερα του Μπάιντεν επί θεμάτων εξωτερικών πολιτικής, κάποιες από τις δηλώσεις του οποίου ωστόσο αναφορικά με τη μετατροπή της Αγίας Σοφίας σε τέμενος είχαν βρεθεί στο στόχαστρο κριτικής ως κατώτερες των προσδοκιών.
Ο ίδιος ο Μπάιντεν φρόντισε, πάντως, με αφορμή την ελληνική εθνική εορτή της 28ης Οκτωβρίου να στείλει διεθνώς το δικό του μήνυμα υπέρ της Ελλάδας, υποστηρίζοντας ότι «οι Έλληνες ενέπνευσαν τον ελεύθερο κόσμο» όταν αντιστάθηκαν στον Μουσολίνι, και ότι ακριβώς εκείνη η στάση των Ελλήνων έρχεται πλέον να μας υπενθυμίσει και το «χρέος» μας «να προστατέψουμε τη δημοκρατία».
Το εάν οι σχέσεις της Τουρκίας με τις ΗΠΑ πρόκειται να επιδεινωθούν είναι κάτι που αναμένεται να εξαρτηθεί σε μεγάλο βαθμό από τη στάση που θα κρατήσει προς τα έξω η ίδια η τουρκική πλευρά αλλά και από τις πολιτικές εξελίξεις εντός των τουρκικών συνόρων.
Αξίζει να σημειωθεί, πάντως, ότι ακόμη και αν κερδίσει τις εκλογές, ο Μπάιντεν δεν αναλαμβάνει τα ηνία της χώρας αμέσως αλλά τον ερχόμενο Ιανουάριο. Ο ίδιος έχει μάλιστα ξεκαθαρίσει ότι ως πρόεδρος πρόκειται σε πρώτη φάση να εστιάσει στο εσωτερικό των ΗΠΑ, όπερ σημαίνει ότι ίσως να μην δούμε μεγάλες αλλαγές στην αμερικανική εξωτερική πολιτική μέσα στους πρώτους μήνες του 2021 αλλά αργότερα.
Στην περίπτωση βέβαια που εκλεγεί ο Μπάιντεν και οι αμερικανοτουρκικές σχέσεις όντως επιδεινωθούν, τότε δεν ξέρει κανείς τι να περιμένει. Σημειώνεται, για παράδειγμα, ότι πριν από μόλις λίγες ημέρες, οι διπλωματικές αποστολές των ΗΠΑ στην Τουρκία ανέστειλαν μέρος των λειτουργιών-υπηρεσιών τους υπό το φόβο ενδεχόμενων τρομοκρατικών επιθέσεων σε βάρος αμερικανικών στόχων ή προσπαθειών απαγωγής Αμερικανών πολιτών…
ΣΥΝΤΑΚΤΗΣ: Γιώργος Σκαφιδάς