ΠΕΡΙΠΤΩΣΕΙΣ ΕΛΛΗΝΩΝ ΣΥΝΘΕΤΩΝ να υπογράφουν το σάουντρακ ξένων ταινιών έχουμε αρκετές και μάλιστα σε εμβληματικές στιγμές της έβδομης τέχνης. Στο Blade Runner π.χ. τη μουσική υπογράφει ο Βαγγέλης Παπαθανασίου, στο Serpico o Μίκης Θεοδωράκης. Κάποιες φορές οι συνθέσεις τους έχουν αναπαραχθεί και σε άλλες ταινίες – καμία περισσότερες από το συρτάκι του Ζορμπά.
Δεν είναι αυτές οι περιπτώσεις που θα μας απασχολήσουν στο παρόν άρθρο. Αναζητήσαμε στιγμές όπου ήσουν στη σκοτεινή αίθουσα και από το πουθενά βρέθηκες να ακούς γνώριμες μελωδίες εγχώριας παραγωγής, όχι όμως τόσο πειραγμένες όσο η «Μισιρλού» του Dick Dale που έκανε διάσημη ο Ταραντίνο με το Pulp Fiction του. Ακολουθούν μερικές από τις χαρακτηριστικότερες.
Τhe Exorcist (1973)
Ο πάτερ Κάρρας του Τζέισον Μίλερ στη θρυλική ταινία του Γουίλιαμ Φρίντκιν είναι Έλληνας ομογενής. Στη συγκινητική σκηνή που επισκέπτεται τη μητέρα του, εκείνη ακούει στο ραδιόφωνό της έναν ελληνικό σταθμό. Κάπως έτσι η Ρίτα Σακελλαρίου και το «Ιστορία μου, Αμαρτία μου» κάνουν μια γκεστ εμφάνιση στη δαιμονική ιστορία του Γουίλιαμ Πίτερ Μπλάτι. Μάλιστα, καθώς αποχωρεί από το διαμέρισμα ο πάτερ Κάρρας, ακούγεται ακόμα ένα ελληνικό τραγούδι, το «Παραμυθάκι μου» του Γιάννη Καλαντζή. Πάντοτε πιστεύαμε πως το Κακό κατοικεί στο εν λόγω άσμα, έρχεται και η ταινία για να επικυρώσει πως, αν παίξεις το «Παραμυθάκι μου» ανάποδα, καλείς τον Παζούζου, την Μπαθσίμπα και τον Βάλακ ταυτόχρονα.
Mighty Aphrodite (1995)
Μικροί διαβάζαμε ότι το ρεμπέτικο είναι το ελληνικό μπλουζ. Φαίνεται πως είναι και η ελληνική τζαζ, καθώς στην «Ακαταμάχητη Αφροδίτη» του ο Γούντι Άλεν επέλεξε να αντικαταστήσει τις μελωδίες του Γκέρσουιν και του Κόουλ Πόρτερ, που άνοιγαν συνήθως τις ταινίες του, με το «Νέο Μινόρε» του Βασίλη Τσιτσάνη. Στην ταινία ο Γούντι παίρνει δομικά στοιχεία της αρχαιοελληνικής τραγωδίας και τα ενσωματώνει σε νεοϋορκέζικη κομεντί , με χαρακτηριστικότερο εκείνο του Χορού που παρεμβαίνει και σχολιάζει τη δράση – οι σκηνές με τον Φ. Μάρει Έιμπραχαμ ως κορυφαίο του Χορού είναι οι πιο αστείες στο έργο. Συνεπώς στράφηκε (και) στην ελληνική μουσική για το σάουντρακ. Να σημειωθεί πως, πλην του «νέου μινόρε», στο φιλμ ακούγονται η «Φραγκοσυριανή» του Μάρκου Βαμβακάρη και ο «Χορός του Σάκαινα» του Ξαρχάκου από τη Λόλα του Ντίνου Δημόπουλου.
Munich (2005)
Στο Μόναχο του Στίβεν Σπίλμπεργκ, που κάποτε στο μέλλον ίσως επανεκτιμηθεί, μια ομάδα πρακτόρων της Μοσάντ αναζητά τους υπευθύνους για το τρομοκρατικό χτύπημα στους Ολυμπιακούς Αγώνες του Μονάχου το 1972. Σε μια σκηνή στην Αθήνα, όπου ο πρωταγωνιστής Έρικ Μπάνα αναμένει να ενεργοποιηθεί ο εκρηκτικός μηχανισμός που θα τιμωρήσει έναν εκ των δραστών, ακούγoνται στο background τα «Παλαμάκια» του Γιώργου Μητσάκη σε εκτέλεση από μια μπάντα που λέγεται Talking to Charos. Και οι ελληνικές προσθήκες στο σάουντρακ, δεν σταματούν εδώ. Στη σεκάνς που συμμετέχει και ο δικός μας, ο Μιχάλης Γιαννάτος –έλεγε συνέχεια ο συγχωρεμένος την ιστορία για το πως έμαθε τον Σπίλμπεργκ να μουντζώνει– ακούγονται δύο ορχηστρικές εκτελέσεις ρεμπέτικων από τον Μανώλη Πάππο: το «Μινόρε του Τεκέ» του Ιωάννη Χαλκιά και το «Δωδεκα Χρονώ Κορίτσι» του Παναγιώτη Τούντα. Στα credits της ταινίας αναφέρονται ως «To traghoudi tou teke» και «Neo Koritsi», πιθανότατα επειδή έτσι αναγράφονται στη συλλογή που κυκλοφόρησε στο εξωτερικό, όπου τα εντόπισε ο music supervisor της ταινίας.
Soul Kitchen (2010)
Στη δημοφιλή φαρσοκωμωδία του Φατίχ Ακίν ένας Έλληνας ομογενής μετατρέπει το υποβαθμισμένο μαγειρείο του σε ένα μέρος όπου μοντέρνα κουζίνα και ξεσαλωτική μουσική παντρεύονται κάθε βράδυ γεννώντας ένα ξέφρενο, πεντανόστιμο fusion. Το σάουντρακ της ταινίας έχει ακουστεί όσο λίγα στη χώρα μας, περιλαμβάνει, μεταξύ άλλων, μια πειραγμένη εκτέλεση της «Φραγκοσυριανής» από τους Locomondo, μια διασκευή του «Μανώλη του Χασικλή» για την οποία ο υπεύθυνος θα έπρεπε να καρατομηθεί, και, πάνω από όλα, το «Σχολείο» των Olympians του Πασχάλη. Μετά τη σουρεαλιστική σκηνή την οποία ντύνει μουσικά, πραγματικά δεν θα το ξανακούσετε ποτέ ξανά με τον ίδιο τρόπο.
Before Midnight (2013)
Στην τρίτη ταινία αυτού του θαυμάσιου και πολυαγαπημένου work in progress του Ρίτσαρντ Λινκλέιτερ, ο Τζέσι και η Σελίν έρχονται από τα μέρη μας για να κάνουν διακοπές στη Μεσσηνία. Αυτήν τη φορά τους βρίσκουμε παντρεμένους, με τη σχέση τους να διέρχεται από κρίση σοβαρή. Η σκηνή του καυγά στο δωμάτιο του ξενοδοχείου είναι από τις πιο αδυσώπητες που μπορείς να θυμηθείς στη μεγάλη οθόνη. Αν ακόμα κι ο Τζέσι με τη Σελίν έφτασαν σε αυτό το σημείο, άραγε εμείς οι υπόλοιποι τι τύχη έχουμε;
Λίγο πριν από το τέλος όμως, πριν τα μεσάνυχτα, που λέει κι ο τίτλος, σε ένα δείπνο στην ακροθαλασσιά αχνοφαίνεται μια αχτίδα φωτός. Κι έπειτα πέφτουν απότομα οι τίτλοι τέλος, αφήνοντας το ζεύγος σε εκκρεμότητα, και πέφτει μαζί τους και το «Για Ένα Τανγκό» της Χαρούλας Αλεξίου που προοικονομεί αγγίγματα κάτω από το τραπέζι και ρομαντικές φιγούρες πάνω στην πίστα. Καλά θα τους βρούμε και την επόμενη φορά που θα τους συναντήσουμε.
The Vast of Night (2020)
To Vast of Night, το οποίο αποθέωσαν τα τσικό της αμερικανικής κριτικής, που κάθε χρόνο ανακαλύπτουν δεκαπέντε αριστουργήματα στο φεστιβάλ Σάντανς και τα ξεχνούν έξι μήνες μετά, είναι ένα low budget sci-fi, όπου αυτό που παρακολουθούμε υποτίθεται πως είναι ένα επεισόδιο μιας τηλεοπτικής σειράς τύπου «Twilight Zone». Πρόκειται για gimmick, το οποίο δεν εξυπηρετεί απολύτως τίποτα μέσα στο φιλμ –γενικότερα έχουμε να κάνουμε με μια στείρα επίδειξη τεχνικής, σε σημεία εκνευριστικά αυτάρεσκη, αλλά με ατμόσφαιρα και ενιαίο τόνο, να της το πιστώσουμε– εξυπηρετεί, όμως, το παρόν άρθρο καθώς το μουσικό θεματάκι της υποτιθέμενης τηλεοπτικής σειράς είναι το riffάκι (sic) από το «Κάηκε ένα Σχολείο», σύνθεση που αποδίδεται στον Κωστή Μπέζο.
Για τους φαν των trivia, αν και κυκλοφορούν διάφορες ιστορίες πίσω από το περιεχόμενο του τραγουδιού, δεν υφίσταται καταγραφή πυρκαγιάς στο Γαλαξίδι στην ιστορία του νεότερου ελληνικού κράτους που να είχε θύματα και να προκάλεσε την καταστροφή παρθεναγωγείου και δικαστικού ιδρύματος. Θα μπορούσε ενδεχομένως να αναφέρεται στην καταστροφή του Γαλαξιδίου από τους Τούρκους ως αντίποινα το 1821, αλλά ο αναχρονιστικός στίχος για τον ειρηνοδίκη προβληματίζει. Χωρίς να παραγνωρίζουμε το γεγονός πως κάθε ερμηνευτής συνήθιζε να προσθέτει τα δικά του δίστιχα στα τραγούδια, δεν αποκλείουμε το ενδεχόμενο η «φωτιά», στην οποία αναφέρεται ο δημιουργός, να μην είναι κυριολεκτική και να έχουμε να κάνουμε με ένα σκωπτικό ρεμπέτικο, αναφερόμενο σε ερωτικό τρίγωνο.