Η απίστευτη ιστορία της δολοφονίας μιας 25χρονης Ελληνίδας στη Γερμανία – Μετά την απόρριψη στην ερωτική πολιορκία του 37χρονου τότε Σπύρου ήρθε η εν ψυχρώ εκτέλεση της Γαρυφαλλιάς μέσα στο αυτοκίνητό της με 8 σφαίρες
Το Πλέτενμπεργκ δεν φημιζόταν ποτέ για τις ηλιόλουστες μέρες του. Είναι μια τυπική γερμανική κωμόπολη στο κρατίδιο της Βόρειας Ρηνανίας-Βεστφαλίας, που το 1989 είχε περίπου 15.000 κατοίκους, ανάμεσα τους και κάποιους Ελληνες μετανάστες που ζούσαν και εργάζονταν εκεί.
Ενας από αυτούς ήταν ο Σπυρίδων Κ., ένας 38χρονος τότε συμπατριώτης μας, γκασταρμπάιτερ, πρωταγωνιστής και θύτης σε μια δολοφονία που συγκλόνισε την ήσυχη γερμανική πόλη.
Μια δολοφονία με θύμα μια νέα γυναίκα, Ελληνίδα στην καταγωγή, η οποία ζούσε παντρεμένη και ευτυχισμένη στο Πλέτενμπεργκ με τον σύζυγο και τα μικρά παιδιά τους.
Ο έρωτας του Σπύρου, όπως τον έλεγαν φίλοι και γνωστοί, για τη Γαρυφαλλιά Αλεξίου, τον οδήγησε αρχικά στην πολιορκία της νέας γυναίκας μέσα από τη φιλική γνωριμία τους και στη συνέχεια σε ένα έντονο φλερτ.
Μόνο που το φλερτ αυτό δεν βρήκε ποτέ ανταπόκριση στην 25χρονη νεαρή που απέρριψε ευγενικά τις προτάσεις του να έρθουν πιο κοντά, κάτι που δεν άρεσε καθόλου στον Σπύρο, ο οποίος όπλισε τον θιγμένο του εγωισμό με ένα περίστροφο και έστησε καρτέρι θανάτου στη νεαρή Ελληνίδα.
Το ημερολόγιο έγραφε 6 Απριλίου του 1989 όταν η Γαρυφαλλιά πυροβολήθηκε σχεδόν εξ επαφής από τον Ελληνα που θεωρούσε φίλο της την ώρα που ετοιμαζόταν να φύγει από ένα πάρκινγκ σε ένα χωριό 9 χιλιόμετρα έξω από το Πλέτενμπεργκ.
Ο δολοφόνος της εξαφανίστηκε την ίδια ημέρα, τα ίχνη του επίσης χάθηκαν και οι έρευνες της γερμανικής Αστυνομίας δεν οδήγησαν πουθενά. Τριάντα ένα χρόνια, όμως, η επιληπτική κρίση ενός 68χρονου στην Αμφιλοχία στάθηκε η αφορμή για να εξιχνιαστεί η δολοφονία της άτυχης γυναίκας, που μέχρι τότε παρέμενε ένα έγκλημα χωρίς τιμωρία.
Η εκτέλεση
Το χωριουδάκι του Ντινγκερινγκχάουζερ είναι ένα ήσυχο μέρος 40 χιλιόμετρα μακριά από το Πλέτενμπεργκ, ιδανικό για μια βόλτα την άνοιξη.
Εκεί αποφάσισαν να πάνε την Παρασκευή 6 Απριλίου 1989 η Γαρυφαλλιά Αλεξίου -το πατρικό της επίθετο- και μια Ελληνίδα φίλη της, όχι όμως για να χαλαρώσουν ή να τα πουν, αλλά γιατί η νεαρή έπρεπε να συναντήσει τον Σπύρο που της είχε ζητήσει να συναντηθούν για τελευταία φορά. Ηθελε να της πει κάποια πράγματα, αλλά το κορίτσι από τη Βρυσέλλα Φιλιατών δεν ήθελε να πάει μόνη της και είχε κάθε λόγο να το κάνει.
Ο Σπύρος Κ. τις περίμενε αποφασισμένος για όλα, κυρίως όμως θολωμένος από την απόρριψη του έρωτά του για τη νεαρή κοπέλα.
Ως φίλος του συζύγου της τελευταίας, είχε την άνεση να πηγαίνει συχνά στην κατοικία του ζευγαριού και πολύ γρήγορα φέρεται να ερωτεύτηκε τη γυναίκα του.
Ο Σπύρος είχε απασχολήσει την Αστυνομία και το 1984, όταν τραυμάτισε τον γαμπρό του επειδή τον έπιασε να πίνει καφέ με τη γυναίκα του. Αρρωστος από ζήλια, τον κάρφωσε 24 φορές με ένα ψαλίδι, επίθεση που είχε ως αποτέλεσμα για ένα χρονικό διάστημα να βρεθεί στη φυλακή.
Οταν αποφυλακίστηκε αυτό που θα μπορούσε κάποιος να αποκαλέσει κανονικότητα δεν διήρκεσε πολύ.
Η γνωριμία με τη γυναίκα του φίλου του γέννησε προσδοκίες και ένα πάθος χωρίς ανταπόκριση, που ήταν αρκετό για να βγάλει στην επιφάνεια τον άλλο του εαυτό.
Η Γαρυφαλλιά, που του είχε ξεκαθαρίσει ευγενικά ότι ήταν ευτυχισμένη δίπλα στον άντρα της και τα δύο κοριτσάκια που είχαν αποκτήσει μετά τον γάμο τους, φοβόταν να τον συναντήσει μόνη της και γι‘ αυτό είχε παρέα τη φίλη της.
Οταν συναντήθηκαν τελικά, η φίλη της απομακρύνθηκε για να τους αφήσει να μιλήσουν, χωρίς να φαντάζεται αυτό που θα ακολουθούσε σε λίγα λεπτά.
Κανείς δεν γνωρίζει τι είπαν ο Σπύρος και Γαρυφαλλιά, όμως η τελευταία λέξη ανήκε στον Ελληνα μετανάστη.
Για την ακρίβεια δεν ήταν λέξη, αλλά σφαίρες -έξι στον αριθμό- οι οποίες καρφώθηκαν στο σώμα της Γαρυφαλλιάς, δύο στο κεφάλι και τέσσερις στον θώρακα.
Η φίλη της έτρεξε γεμάτη αγωνία και βρήκε τη νεαρή κοπέλα νεκρή στη θέση του οδηγού, με το πόδι της στο γκάζι ενός Opel Kadett και τον δολοφόνο της να έχει εξαφανιστεί.
Το χρονικό της μεγάλης φυγής
Ο αστυνομικός Βίλφριντ Μπόκερ ήταν από τους πρώτους που έφτασαν στον τόπο του εγκλήματος και αυτός που ανέλαβε να ξεδιαλύνει την υπόθεση της αποτρόπαιης δολοφονίας που άφησε δύο μικρά κορίτσια ορφανά, έναν απαρηγόρητο σύζυγο και τους γονείς της νεαρής να θρηνούν για την απώλεια της κόρης τους.
Η κηδεία έγινε στη Βρυσέλλα λίγες ημέρες αργότερα, ενώ η γερμανική Αστυνομία αναζητούσε παντού τον καταζητούμενο πλέον Σπύρο Κ., ο οποίος όμως ήταν ήδη πολύ μακριά.
Αμέσως μετά το έγκλημα έφυγε με ιλιγγιώδη ταχύτητα από το πάρκινγκ με μια κόκκινη Mercedes και δεν σταμάτησε παρά μόνο για βενζίνη.
Γνώριζε ότι αν κατάφερνε να περάσει τα σύνορα, πολύ δύσκολα θα μπορούσαν να τον εντοπίσουν, γι‘ αυτό οδηγεί περίπου 700 χλμ. μέχρι την πόλη του Κιφερσφέλντεν.
Απο εκεί εισέρχεται στην Αυστρία μέσω Τιρόλο και φτάνει οδικώς μέχρι το Μπάρι, όπου επιβιβάζεται σε πλοίο για την Ελλάδα. Η διαδρομή της μεγάλης φυγής καταλήγει στην Αμφιλοχία, όπου και εγκαθίσταται μόνιμα δηλώνοντας μετανάστης από την Αυστραλία και ξεκινώντας ουσιαστικά μια νέα ζωή, 2.500 χιλιόμετρα μακριά από το Πλέτενμπεργκ.
Εκεί ο επιθεωρητής Μπόκερ κάνει τα πάντα για να εξιχνιάσει τη δολοφονία της Γαρυφαλλιάς, φτάνοντας την υπόθεση ακόμη και στην τηλεόραση, μέσω του καναλιού ZDF.
Ο αδερφός της άτυχης Γαρυφαλλιάς, που είχε μιλήσει σε γερμανική εφημερίδα, επαίνεσε τη δουλειά του Γερμανού ντετέκτιβ λέγοντας: «Η Αστυνομία και ο κ. Μπόκερ στάθηκαν δίπλα μας από την πρώτη στιγμή και έκαναν ό,τι μπορούσαν για να βρουν τον δολοφόνο».
Οι Γερμανοί τον αναζητούσαν ακόμη
Αντίθετα με την Ελλάδα, όπου μετά την 25ετία τα εγκλήματα παραγράφονται, στη Γερμανία κάτι τέτοιο δεν ισχύει και ο φάκελος της υπόθεσης ήταν πάντα ανοιχτός.
Στις 29 Απριλίου λοιπόν ο 68χρονος πλέον Σπύρος Κ. επιληπτική κρίση και ένας γείτονας του ειδοποίησε την Αστυνομία και το ΕΚΑΒ.
Ο άνδρας μεταφέρθηκε αρχικά στο Κέντρο Υγείας της Αμφιλοχίας και κατόπιν στο Νοσοκομείο Αγρινίου, αφού κατά την πτώση του είχε χτυπήσει το κεφάλι του.
Λίγες ώρες μετά οι αστυνομικοί που πληκτρολόγησαν το όνομα του είδαν έκπληκτοι ότι υπάρχει διεθνές ένταλμα σύλληψης που έχει εκδοθεί από τις Γερμανικές αρχές.
Οι τελευταίες ενημερώθηκαν άμεσα για την απρόσμενη αυτή εξέλιξη, ειδοποίησαν αμέσως τους συγγενείς της Γαρυφαλλιάς και ξεκίνησαν τις διαδικασίες έκδοσης του συλληφθέντα πλέον Ελληνα φυγόδικου.
Ο Γρηγόρης Αλεξίου, αδερφός της άτυχης γυναίκας, μάλλον έπεσε από τα σύννεφα όταν έμαθε τις εξελίξεις στην Ελλάδα που αφορούσαν την δολοφονία της με έξι σφαίρες.
Οι μνήμες ξύπνησαν πάλι για τον σύζυγο της Γαρυφαλλιάς και τις δύο κόρες της, με τις οποίες έμεινε για κάποια χρόνια στην Ελλάδα προτού επιστρέψει στην Στουτγκάρδη όπου κατοικεί πλέον.
Ο κουνιάδος του ηταν αυτός που τον ενημέρωσε για την σύλληψη του Σπύρου Κ. και την επικείμενη έκδοση του στην Γερμανία προκειμένου να δικασθεί.
Αμέσως μετά ο Αλεξίου τηλεφώνησε στον συνταξιούχο πια αστυνομικό Μπόκερ -είναι 73 ετών- για να μάθει και αυτός τα νέα.
«Μια τέτοια εξέλιξη μόνο ικανοποιημένος σε κάνει να νιώθεις. Εγώ αλλά και όλοι όσοι ασχολήθηκαν με την υπόθεση νιώθουμε ωραία που διαλευκάνθηκε έστω και μετά από τόσα χρόνια», δήλωσε σε γερμανική ιστοσελίδα.
Σε ό,τι αφορά τον συλληφθέντα, η έκδοσή του θα καθυστερήσει μερικές εβδομάδες λόγω της κατάστασης της υγείας του.
Το αιμάτωμα που είχε στο κεφάλι του σε συνδυασμό με τα μεγάλα αναπνευστικά προβλήματα τον οδήγησαν διασωληνωμένο στη Μονάδα Εντατικής Θεραπείας του Νοσοκομείου Αγρινίου. Πριν από λίγες ημέρες βέβαια αποσωληνώθηκε, αλλά η κατάστασή του παραμένει ακόμη σοβαρή.