Μετά τα δημοσιεύματα για πυροβολισμούς εναντίον μεταναστών στα ελληνοτουρκικά σύνορα 100 ευρωβουλευτές ζητούν από την Κομισιόν με επιστολή τους να ερευνήσει διεξοδικά τα όσα συνέβησαν, αναφέρει δημοσίευμα της Süddeutsche Zeitung. «Εάν ούτε η ελληνική κυβέρνηση ούτε η Κομισιόν δεν αντιδρούσαν στις κατηγορίες θα ήταν μια περίπτωση ατιμωρησίας», την οποία η ΕΕ δεν μπορεί να ανεχθεί, γράφουν Σοσιαλδημοκράτες, Φιλελεύθεροι και Πράσινοι βουλευτές στην επιστολή τους. Προηγουμένως διεθνής ομάδα δημοσιογράφων προχώρησε στην αναπαράσταση των γεγονότων στις αρχές Μαρτίου και σύμφωνα με τα στοιχεία που συνέλεξαν, Έλληνες συνοριοφύλακες φέρονται να πυροβόλησαν εναντίον μεταναστών. Ένας άνθρωπος έχασε τη ζωή του. Εφτά τραυματίστηκαν. Στη Γερμανία πρώτα το Spiegel αναφέρθηκε στο γεγονός».
Και το δημοσίευμα της SZ συνεχίζει: «Εκπρόσωπος της Κομισιόν εξέφρασε την ανησυχία της Ευρωπαϊκής Επιτροπής για τα δημοσιεύματα και ανακοίνωσε ότι η υπέρμετρη βία δεν είναι αποδεκτή. Άναμένουμε ότι οι ελληνικές αρχές θα ερευνήσουν το συμβάν και θα ενημερώσουν την Κομισιόν’. Από την πλευρά τους οι ελληνικές αρχές αρνούνται τις κατηγορίες. Η κυβέρνηση ήδη τον Μάρτιο αμφισβήτησε ότι υπήρξαν πυροβολισμοί, δήλωσε εκπρόσωπος της κυβέρνησης και συμπλήρωσε πως δεν υπάρχουν αποδείξεις για αυτό. Στην Αθήνα κάνουν λόγο για μια εκστρατεία παραπληροφόρησης της Τουρκίας: είναι αδιαμφισβήτητο ότι η τουρκική κυβέρνηση τον Μάρτιο χρησιμοποίησε μετανάστες για να θέσει ανοιχτά την Ελλάδα υπό πίεση».
Κορυφαίες επιχειρηματικές ενώσεις ζητούν περισσότερη αλληλεγγύη στην ΕΕ
«Έκκληση για περισσότερη αλληλεγγύη στην ΕΕ» είναι ο τίτλος άρθρου που δημοσιεύει η οικονομική εφημερίδα του Ντίσελντορφ Handelsblatt. H εφημερίδα γράφει: «Οι επιχειρηματικές ενώσεις των τριών ιδρυτικών κρατών της ΕΕ, Ιταλίας, Γαλλίας και Γερμανίας, προειδοποιούν σε κοινή δήλωσή τους «για ασύμμετρες ζημίες χωρίς προηγούμενο για την οικονομία και την κοινωνία» εξαιτίας της κρίσης του κορωνοϊού. Η συμμαχία ζητά ‘μια δημόσια υποστήριξη άγνωστου βαθμού για εποχή ειρήνης’. Η αντίδραση της ΕΕ θα πρέπει κατά τη γνώμη τους ‘να ξεπεράσει τα μέχρι σήμερα γνωστά όρια’ αναφέρεται στην κοινή δήλωση του Ομοσπονδιακού Συνδέσμου Γερμανικών Βιομηχανιών (BDI), του ιταλικού Confinidustria και του γαλλικού Medef. H κοινή πρωτοβουλία των τριών ενώσεων είναι περίεργη διότι κυρίως τα οικονομικοπολιτικά συμφέροντα των κυβερνήσεων των τριών χωρών διαφέρουν σε πολλά σημεία. Ενώ η Ιταλία ζητά μια κοινή ανάληψη χρεών, η Γερμανία αρνείται μια τέτοια αμοιβαιοποίηση».
Και το άρθρο υπογραμμίζει: «Προφανώς οι οικονομικές ενώσεις θέλουν να στείλουν ένα κοινό μήνυμα στους πολιτικούς με το αίτημα ότι η ΕΕ χρειάζεται περισσότερα οικονομικά μέσα, ώστε να μπορέσει να στηρίξει μακροπρόθεσμα τις επιχειρήσεις στην προσπάθεια εξυγίανσής τους. ‘Ένα ευρωπαϊκό Ταμείο Ανάκαμψης αναλόγου ύψους θα πρέπει να στηρίξει αυτά τα επιπρόσθετα μέτρα και να εξασφαλίσει τους ίδιους όρους ανταγωνισμού μέσα στην ΕΕ’. Οι βιομηχανικές ενώσεις δεν θέλουν να κάνουν λόγο για μια μικρή ποσοστιαία αύξηση των οικονομικών μέσων, αλλά θεωρούν πως ένα σημαντικά μεγάλο ποσό είναι απαραίτητο».
Η Handelsblatt συνεχίζει: «Στο έγγραφο δεν υπάρχει θέση για τα κορωνοομόλογα, δηλαδή από κοινού ανάληψη χρεών για την αντιμετώπιση της κρίσης, στα οποία όλα τα κράτη επωμίζονται κοινή ευθύνη για την αποπληρωμή των τόκων και του κεφαλαίου. Αυτό που η Handelsblatt έμαθε από κύκλους της βιομηχανίας, είναι ότι οι ενώσεις δεν ήθελαν να εμπλακούν σε αντιπαραθέσεις διότι αυτό το οικονομικό εργαλείο (σ.σ. τα κορωνοομόλογα) έχει μπει στον πάγο από τις κυβερνήσεις και έτσι θα πρέπει κανείς να επικεντρωθεί σε αυτό που είναι εφικτό. Οι τρεις ενώσεις ζητούν δάνεια από τις επενδυτικές τράπεζες EIB, InvestEU καθώς και τη διεύρυνση παρόμοιων προγραμμάτων, ώστε να διατεθούν χρήματα σε ιδιωτικές επενδύσεις για άμεσο ξεκίνημα και να αυξηθούν οι δημόσιες επενδύσεις… ’Ζητάμε ρητώς από τις κυβερνήσεις μας και τους ευρωπαϊκούς θεσμούς να εκπληρώσουν τις υποχρεώσεις τους και να χρησιμοποιήσουν την Πράσινη Συμφωνία (Green Deal) για να ενισχύσουν επενδύσεις στις σύγχρονες υποδομές, στην ψηφιοποίηση και την προώθηση εκσυγχρονισμένης προστιθέμενης αξίας στη βιομηχανία» Είναι απαραίτητο για την αναγέννηση της ευρωπαϊκής οικονομίας και για να κάνουμε τη βιομηχανία μας μακροπρόθεσμα βιώσιμη απέναντι στην κρίση» .
Μαρία Ρηγούτσου