Η Ελληνίδα χορογράφος και καλλιτέχνιδα Τούλα Λιμναίος είναι μία από τις πιο διακεκριμένες προσωπικότητες της γερμανικής χορευτικής σκηνής, που μαζί με τον συνθέτη Ralf R. Ollertz ίδρυσαν τη cie toula limnaios, μία εταιρεία χορού, στην οποία είναι και καλλιτεχνική διευθύντρια.
Γεννήθηκε το 1963 στην Αθήνα και από παιδί η τόση ενέργειά της έκανε τους δασκάλους της να προτρέπουν τη μητέρα της να την εγγράψει χορό, «Είναι γεμάτο ενέργεια και πρέπει να εστιάσει κάπως την ενέργεια αυτή».
Επιπλέον, όπως έχει πει η ίδια, κάθε άτομο έρχεται σε αυτόν τον κόσμο για έναν λόγο και ίσως να μη γνωρίζει γιατί βρίσκεται εδώ, αλλά ξέρει ότι δεν είναι κάποια που επικοινωνεί με τον κόσμο και εκφράζεται απόλυτα με λόγια. «Οι λέξεις δεν είναι το εργαλείο μου. Αλλά πάντα είμαι διψασμένη και πεινασμένη για κίνηση, για δράση…Είναι μια ανάγκη, μια ισχυρή ανάγκη. Ήμουν πάντα έτσι».
Έτσι, οδηγήθηκε στον χορό, κάτι που αισθάνεται ότι ήταν φυσικό και σωστό για εκείνη καθ’ όλη τη διάρκεια, καθώς μέσω αυτού δε χρειάζεται να μιλήσει και «μέσω του χορού κινούμαστε και μιλάμε με τις ψυχές μας. Ή, επιτρέψτε μου να σας πω αυτό: με τον χορό, είναι σαν να μιλάμε με κάτι που είναι μεγαλύτερο από εμάς».
Αφού ολοκλήρωσε τις σπουδές της στον κλασικό και σύγχρονο χορό, την τεχνική M. Alexander and Laban, τη μουσική και τη χορευτική εκπαίδευση στις Βρυξέλλες, εργάστηκε ως χορεύτρια με τους Claudio Bernardo και Régine Chopinot και ως βοηθός του Pierre Droulers.
Η Λιμναίος έλαβε περαιτέρω εκπαίδευση στο Folkwang University of the Arts, όπου σπούδασε μαζί με τους μεγάλους Susanne Linke, Malou Airaudo, Jean Cébron, Lutz Förster και Dominique Mercy. Σύντομα, έγινε μέλος ενός στούντιο χορού Folkwang υπό την καλλιτεχνική διεύθυνση της κορυφαίας χορογράφου Pina Bausch.
Άρχισε να αποκτά κύρος και να γίνεται γνωστή στο κοινό προβάλλοντας ζωντανούς αυτοσχεδιασμούς των Duo Landscapes, ομάδα την οποία ίδρυσε μαζί με τους μουσικούς Conny Bauer και Peter Kowald.
Η συνεργασία της με τον η Ralf R. Ollertz ξεκίνησε μία εποχή όπου και οι δύο ασφυκτιούσαν στις συνεργασίες τους, καθώς δεν ήταν ευχαριστημένοι με τον τρόπο που η μουσική κατανοούταν και συνθετόταν για τις χορευτικές παραστάσεις. Ο κανόνας υποδείκνυε ένα είδος αφηγηματικής μουσικής, μιας πολύ επεξηγηματικής μουσικής, που κανένας από τους δυο τους δεν επιθυμούσε. Η μόνη επιλογή ήταν CD με μουσική που είχε ήδη δημιουργηθεί, κάτι που δεν την ικανοποιούσε και δεν απαντούσε στις ανάγκες της.
Το 1996, ίδρυσε τη cie toula limnaios στις Βρυξέλλες, μια σύγχρονη ομάδα χορού που έφερε τη χορογραφική δουλειά της σε σκηνές σε όλο τον κόσμο, συμπεριλαμβανομένης της Αφρικής, το Βέλγιο, τη Βραζιλία, τη Γερμανία, τη Λιθουανία, τη Λετονία, τη Δανία, τον Ισημερινό, τη Γαλλία, την Ιρλανδία, την Ισπανία, την Ιταλία, την Αυστρία, την Πολωνία, τη Βενεζουέλα κά.
«Όταν ο Ραλφ και εγώ δημιουργήσαμε την εταιρεία, συμφωνήσαμε ότι θα παραμέναμε εντελώς ανεξάρτητοι ο ένας από τον άλλον. Αυτό σημαίνει ότι η μουσική του Ralf δεν απεικονίζει αυτό που κάνουμε, δεν είναι περιγραφικό της κίνησης. Κι εμείς με τη σειρά μας, δεν ερμηνεύουμε τη μουσική» έχει πει η καλλιτέχνιδα.
Η μουσική συντίθεται εξαρχής καθώς η ομάδα εργάζεται για τη χορογραφία, με τις δύο πλευρές να δουλεύουν ταυτόχρονα και να ακολουθούν τις παράλληλες δημιουργικές τους πορείες. Μερικές φορές η σύνθεση μπορεί να ακολουθήσει έναν αυτοσχεδιασμό και άλλες φορές να εκτραπεί και να κινηθεί μόνη της. Αυτό που καταλήγει είναι, ουσιαστικά, ένας διάλογος δύο ξεχωριστών, ανεξάρτητων οντοτήτων, καθεμιά από τις οποίες μπορεί να συνεχίσει να υπάρχει σε περίπτωση απουσίας του άλλου.
Μετά την ολοκλήρωση της κατοίκησης καλλιτεχνών στο θέατρο L’L το 1997, η εταιρεία μετέφερε την έδρα της στο Βερολίνο, ακολουθούμενη από συχνή ανάπτυξη του συνόλου. Το 2001, η cie toula limnaios κέρδισε το βραβείο του Φεστιβάλ Meeting Neuer Tanz, ενώ δύο χρόνια αργότερα, η εταιρεία άνοιξε το Halle Tanzbühne Berlin, τον δικό της χώρο απόδοσης που σύντομα έγινε διεθνώς μια αναγνωρισμένη παραγωγική αίθουσα για τη χορευτική τέχνη.
Λόγω των υψηλών καλλιτεχνικών της επιτευγμάτων, η εταιρεία χρηματοδοτείται από τη Γερουσία για τον Πολιτισμό του Βερολίνου από το 2005 και μετά. Από την ίδια χρονιά, αποτελεί ένας γερμανικός αντιπρόσωπος χορού του Ινστιτούτου Goethe και του Ομοσπονδιακού Υπουργείου Εξωτερικών, παρουσιάζοντας παραστάσεις σε ολόκληρη την υφήλιο. Ακόμα, έχει βραβευτεί «Εξέχον Σύνολο» στον Ανεξάρτητο Χορό και το Θέατρο από το Ταμείο Παραστατικών Τεχνών (Fonds Darstellende Künste) για το 2008-2010.
Η εταιρεία συνεργάζεται με επιτυχία με το Φεστιβάλ Bregenz, με την επιτροπή του οποίου διοργάνωσε χορό με τίτλο ανάγνωση tosca το 2008, ενώ από το 2009 έως το 2010, συνεργάστηκε με την Dance Company Jant Bi από τη Σενεγάλη. Το ρεπερτόριο της περιλαμβάνει σήμερα 33 κομμάτια και συνεχώς επεκτείνεται, ενώ το 2011, γιόρτασε τη 15η επέτειό της και, το 2012, τιμήθηκε με το περίφημο βραβείο Georg Tabori του Ταμείου Παραστατικών Τεχνών.
Από την αρχή, χάρη στη σφιχτή αλλά εξαιρετικά αποτελεσματική δομή και τις διεθνείς συμπαραγωγές, η ομάδα της Τούλα Λιμναίος εξασφαλίζει συνεχώς υψηλή ποιότητα και ανήκει σήμερα σε μία από τις πιο επιτυχημένες εταιρείες χορού στη Γερμανία. Η χορογραφική μέθοδος της παρουσιάζει χορό, ο οποίος με έντονο, κρίσιμο και γενναίο τρόπο παίρνει στάση για την ανθρωπότητα, που γίνεται από και για τον άνθρωπο.
Στην ερώτηση για τη μέθοδο και την οδό που χρησιμοποιεί για να δημιουργήσει μία χορογραφία με την ομάδα της, απαντά πως για κάθε σκηνή στην οποία εργάζεται με τους χορευτές, η διαδικασία είναι λίγο διαφορετική. «Ο δρόμος για τη δημιουργία κάτι καινούργιου, για να ανακαλυφθεί κάτι, δεν είναι ποτέ ο ίδιος. Φτάνουμε πάντα με διαφορετική πορεία. Ωστόσο, το κεφάλι μου ξεχειλίζει πάντα με εικόνες. Από τότε που ήμουν μικρό κορίτσι, έχω εμπιστοσύνη στην πολύ πλούσια φαντασία μου».
Συχνά ερωτάται για το πώς καταφέρνει να ανεβάζει δύο παραγωγές τον ίδιο χρόνο, πώς έχει τόσες πολλές ιδέες και η απάντηση της είναι πως οι εικόνες συνεχίζουν να έρχονται και να πολλαπλασιάζονται καθώς δουλεύει με τους χορευτές, καθώς ο πειραματισμός και η εργασία ενεργοποιούν την οπτική φαντασία της. «Φυσικά, εξαρτώμαι και από τους χορευτές, στους οποίους υποβάλλω ερωτήσεις, με τους οποίους μοιράζομαι ιδέες. Ο αυτοσχεδιασμός αποτελεί αναπόσπαστο κομμάτι της δημιουργικής μας διαδικασίας, φυσικά. Και τότε έρχεται η ώρα να μετατραπούν οι εικόνες σε κίνηση, σε συγκεκριμένες καταστάσεις».
Όντας θεατής στο ακροατήριο, κάποιος πρέπει κάπως να κάνει τη δική του επιμέλεια για να είναι σε θέση να παρακολουθήσει την παράσταση, να επιλέξει ποιον να ακολουθήσει και να στρέφει την προσοχή του από τον ένα στον άλλο. Το φαινόμενο αυτό είναι ζωτικής σημασίας για τη δημιουργό, διότι η ομάδα εργάζεται εκτενώς με τις ενώσεις και προσπαθεί να φτάσει σε ένα συναίσθημα ή μια εικόνα μέσω έμμεσων διαδρομών.
«Για παράδειγμα, όταν τα θέματα μου είναι πάθος και πόνος και ψάχνω ανάμεσα στις εικόνες στο κεφάλι μου, πρέπει να σε οδηγήσω μέσω έμμεσων συσχετισμών. Κάθε θέμα που ασχολείται ο χορευτής έχει τουλάχιστον τέσσερις ή πέντε σημασίες. Η δραματουργία δεν είναι εντελώς ανοικτή, έχουμε μια γραμμή που τρέχει μέσα από το κομμάτι, με έναν τρόπο που αναπτύσσεται. Αλλά αυτό γίνεται ακόμα με ανοιχτό τρόπο, έτσι ώστε τα άτομα στο ακροατήριο να μπορούν να δημιουργήσουν τις δικές τους ιστορίες, να δημιουργήσουν τις δικές τους συλλογές, να επεξεργαστούν τις δικές τους οπτικές παραστάσεις. Η χορογραφία που κάνω είναι πολυφωνική. Ως θεατής, πρέπει να κάνετε τη δική σας επιλογή» λέει η Ελληνίδα χορογράφος.