«’Αγνωστο» είναι το πόσο θα διαρκέσουν οι πόροι από τους οποίους χρηματοδοτείται το πρόγραμμα ημι-απασχόλησης, παραδέχθηκε ο υπουργός Εργασίας της Γερμανίας Χουμπέρτους Χάιλ, τονίζοντας παράλληλα ότι η κατάσταση στην αγορά εργασίας θα ήταν πολύ χειρότερη χωρίς αυτή τη δυνατότητα.

Σύμφωνα με τις χθεσινές ανακοινώσεις του Ομοσπονδιακού Γραφείου Εργασίας, ένας στους τρεις εργαζόμενους κινδυνεύει να τεθεί σε καθεστώς εργασίας περιορισμένου χρόνου, ενώ στο πρόγραμμα έχουν ήδη εγγραφεί περίπου 10,1 εκατομμύρια απασχολούμενοι. Είναι χαρακτηριστικό, ότι ακόμη και οι πιο απαισιόδοξες εκτιμήσεις προέβλεπαν ότι ο αριθμός θα κυμαινόταν μεταξύ 3-7 εκατομμυρίων.

«Ίσως χρειαστεί να οργανώσουμε νέες δυνατότητες ρευστότητας για το πρόγραμμα μέσω του προϋπολογισμού, καθώς είναι άγνωστο πόσο ακόμη θα διαρκέσουν τα αποθέματα πόρων», δήλωσε ο κ. Χάιλ και επισήμανε ότι «πρέπει να υποθέσουμε ότι θα αντιμετωπίζουμε τον ιό για πολύ καιρό ακόμη», ενώ όλα εξαρτώνται από τις οικονομικές εξελίξεις κατά το τρέχον έτος. Για την ώρα πάντως, διαβεβαίωσε, τα 26 δισεκατομμύρια του προγράμματος επαρκούν χωρίς προβλήματα και τόνισε ότι χάρη στο συγκεκριμένο πρόγραμμα, η Γερμανία μπορεί να διασφαλίσει εκατομμύρια θέσεις εργασίας. «Το πρόγραμμα ημι-απασχόλησης είναι ακριβό, αλλά η ανεργία είναι ακριβότερη», είπε χαρακτηριστικά και έκανε λόγο για «μια γέφυρα που θα μας βοηθήσει να περάσουμε πάνω από μια βαθιά κοιλάδα». Η κυβέρνηση δεν μπορεί να εγγυηθεί για κάθε θέση εργασίας, συνέχισε, «αλλά θα δώσει τη μάχη για κάθε μία χωριστά».

Κάποιοι κλάδοι πάντως φαίνεται ότι πλήττονται ιδιαίτερα από την πανδημία, όπως φαίνεται από τις εγγραφές στο πρόγραμμα ημι-απασχόλησης: το 93% των απασχολούμενων στην γαστρονομία βρίσκεται σε καθεστώς ημι-απασχόλησης, ενώ το αντίστοιχο ποσοστό στην αυτοκινητοβιομηχανία και στους προμηθευτές της ανέρχεται σε 68%.

Σε ό,τι αφορά την επανεκκίνηση της οικονομικής δραστηριότητας, ο γερμανός υπουργός Εργασίας επισήμανε ότι την στηρίζει, αλλά στον βαθμό που δεν θέτει σε κίνδυνο την δημόσια υγεία.