Παρά το γεγονός ότι η Γερμανία ήταν μία από τις πρώτες χώρες στην Ευρώπη στις οποίες εμφανίστηκαν κρούσματα κορονοϊού (ήδη από τις τελευταίες ημέρες του Ιανουαρίου), η θνησιμότητα παραμένει σε πολύ χαμηλά επίπεδα. Σε 5813 κρούσματα σ‘ όλη τη γερμανική επικράτεια έχουν καταγραφεί μόλις 13 θάνατοι.
Κάνει κάτι πολύ καλύτερα η Γερμανία σε σχέση με την Ιταλία, την Ισπανία και τη Γαλλία ή το γεγονός οφείλεται σε καθαρά συγκυριακούς λόγους; Η απάντηση βρίσκεται κάπου στη μέση όπως μας διαβεβαίωσε ο Νικόλας Ρήγας, Λαρισαίος γιατρός που εργάζεται σε πανεπιστημιακό νοσοκομείο του Μπόχουμ τα τελευταία 12 χρόνια.
Ο 40χρονος Ελληνας επιστήμονας (ενδοκρινολόγος και εντατικολόγος) βρίσκεται στην πρώτη γραμμή του καθήκοντος αφού η οργανική του θέση τον „τοποθετεί“ στη Μονάδα Εντατικής Θεραπείας του νοσοκομείου που εργάζεται. Το δικό του know how έχει σαφώς πολύ μεγάλο ενδιαφέρον.
„Δεν φτάνουν πλέον τα αντιδραστήρια“
„Το πρώτο μεγάλο μπαμ του κορονοϊού στη Γερμανία προήλθε από ανθρώπους που είχαν σχέση επαγγελματική με την Γουχάν της Κίνας. Βαυαροί όλοι τους. Ταξίδευαν στη Βαυαρία με τρένο έχοντας και πυρετό. Δεν ήταν όμως άνθρωποι μεγάλης ηλικίας.
Το δεύτερο μεγάλο μπαμ σχετίζεται άμεσα μ‘ αυτό της Ιταλίας. Οι 5 από τους νεκρούς διέμεναν στην πόλη Χάιντσμπεργκ, στη Βεστφαλία στην οποία διοργανώθηκε κανονικά το ετήσιο καρναβάλι. Ολα αυτά τα κρούσματα το σύστημα τα „απορρόφησε“ γρήγορα και σχετικά.
Θα πρέπει να ξέρουμε και το εξής: Στην Ιταλία σε πολλά σπίτια ζουν άνθρωποι από τρεις διαφορετικές γενιές κάτι που δεν παρατηρείται σε καμία περίπτωση στη Γερμανία. Αυτό θα έπαιξε το ρόλο του στην εξάπλωση του ιού στην ιταλική επικράτεια“ μας πληροφορεί ο κ. Ρήγας. Πρόκειται για πληροφορίες με ξεχωριστή σημασία.
Ο τρόπος που αντιμετωπίζει το γερμανικό ΕΣΥ τον κορονοϊό δεν διαφέρει με τα διεθνώς ισχύοντα: „Το γερμανικό σύστημα ήλεγξε αρχικά πολλούς ανθρώπους, ακόμα και αυτούς που είχαν ελαφρά συμπτώματα. Τώρα όμως δείχνουν να κάνουν μία πιο προσεκτική επιλογή αφού πλέον δεν φτάνουν τα αντιδραστήρια, είναι μεγάλος ο όγκος της δουλειάς.
Και στη δική μας θεώρηση πάντως, τα ύποπτα συμπτώματα είναι ο πυρετός και ο βήχας. Η καταρροή δεν είναι τυπικό σύμπτωμα του κορονοϊού. Οπως ήδη σας είπα τεστ γίνονται σε ανθρώπους που παρουσιάζουν συμπτώματα για να αποσυμφορηθούν τα εργαστήρια και να έχουμε τη δυνατότητα να συνεχίζουμε τα τεστ σε ανθρώπους που το έχουν πραγματικά ανάγκη. Σε περίπτωση υποψίας χωρίς εμφάνιση συμπτωμάτων, καθόμαστε στο σπίτι για διάστημα 14 ημερών. “ αναφέρει ο Ελληνας γιατρός χωρίς όμως αυτό να σημαίνει ότι όλα στη Γερμανία είναι καλώς καμωμένα.
„Η εντύπωση που έχω είναι ότι η Γερμανία άργησε να πάρει μέτρα. Ολα τα μέτρα που παίρνονται τώρα στην Ελλάδα εννοώ. Στη Γερμανία υπάρχουν βέβαια σημαντικοί περιορισμοί στα θέατρα, στο ποδόσφαιρο, στα σινεμά αλλά τα γυμναστήρια, ας πούμε, λειτουργούσαν κανονικά μέχρι την Κυριακή. Από τη Δευτέρα τα μέτρα έγιναν πιο αυστηρά, τουλάχιστον στο δικό μας κρατίδιο. Και εννοείται ότι και εδώ υπάρχει κόσμος που δεν πειθαρχεί και δεν σέβεται. Κόσμος που λέει για παράδειγμα ότι „δεν μπορεί να μου κόψετε το ποδόσφαιρο“. Κοντολογίς, η απειθαρχία δεν αποτελεί μόνο ελληνικό φαινόμενο.
„Τι θα γίνει αν έχουμε 10 σοβαρά κρούσματα ταυτόχρονα; Κανείς δεν ξέρει“
Ποιες όμως είναι οι αντοχές ενός συστήματος που κατά πολλούς θεωρείται το καλύτερο της Ευρώπης, με τη μεγαλύτερη αναλογία κρεβατιών ΜΕΘ ανά κάτοικο; „Με το σύστημα σαφώς υπάρχει θέμα. Αντέχει ακόμα θα πρέπει να σας πω αλλά δεν ξέρουμε αν θα εξακολουθήσει να αντέχει. Εγώ δουλεύω σε μονάδα εντατικής θεραπείας που αναλαμβάνει συγκεκριμένες θεραπείες. Πέρυσι η βασική εταιρία που μας προμηθεύει ιατρικά μηχανήματα δεν ήταν σε θέση να μας προμηθεύσει άλλα, αν και τα χρειαζόμασταν. Αν αυτή τη στιγμή γίνει ένα ακόμη μπαμ κρουσμάτων, θα υπάρξει πρόβλημα.
Οντως, το 80% των ΜΕΘ αυτήν την ώρα χρησιμοποιούνται. Τα τακτικά χειρουργεία αναβάλλονται όπως παντού. Στο δικό μας νοσοκομείο έχουμε 10 κρεβάτια ΜΕΘ, αυτήν την ώρα σχεδόν όλα χρησιμοποιούνται, όχι όμως από κρούσματα κορονοϊού. Ολα τα ύποπτα περιστατικά που ελέγχαμε, ήταν αρνητικά στον ιό. Ακόμα και αυτά που επέστρεψαν από τις χειμερινές τους διακοπές στην Αυστρία. Αλλά υπάρχει πάντα η εποχική γρίπη και άλλα νοσήματα“.
Τα νερά, όπως παραδέχεται ο κ. Ρήγας είναι αχαρτογράφητα, ακόμη και για τους Γερμανούς: „Κάνουμε, δεν το κρύβω, ασκήσεις επί χάρτου όλοι μας με την έννοια ότι οι συνθήκες είναι πρωτοφανέρωτες. Πρόσφατα με το διευθυντή της ΜΕΘ κάναμε μία σύσκεψη και αναρωτηθήκαμε τι θα γίνει αν προκύψουν 10 σοβαρά περιστατικά ταυτόχρονα. Δεν υπάρχει απάντηση σ‘ αυτό. Προετοιμαζόμαστε για το χειρότερο για να το αντιμετωπίσουμε. Πάντως εδώ πριν τρία χρόνια όταν ξέσπασε φωτιά και έπρεπε να εκκενωθεί μία πτέρυγα με 100-150 κρεβάτια, έγινε σχετικά εύκολα“.
Οπως μας πληροφορεί „στο Μπόχουμ, που έχει πληθυσμό 350.000 κατοίκων, υπάρχουν 5 καλά εξοπλισμένα νοσοκομεία. Υπάρχει όμως έλλειψη γιατρών στη Γερμανία. Εδώ και χρόνια λειτουργούμε με 5 γιατρούς στη ΜΕΘ, όλο αυτό αποτελεί ένα χρόνιο πρόβλημα του γερμανικού συστήματος“. Τα υπέρ και και τα κατά σε μία μόνο φράση.
Επί προσωπικού μιλώντας „αναγκάστηκα για ένα συγκεκριμένο περιστατικό να μπω και εγώ σε καραντίνα για 12 ώρες. Ηταν κρούσμα από την Χάιντσμπεκ το οποίο συνόδευσα και στο ασθενοφόρο. Μόλις φτάσαμε στο νοσοκομείο, μπήκα αυτομάτως σε 12ώρη καραντίνα. Οταν μάθαμε ότι το αποτέλεσμα του τεστ ήταν αρνητικό, βγήκα“.
Μην νομίζετε πάντως ότι οι Γερμανοί κρατούν την ψυχραιμία τους: „Υπάρχουν απίστευτες ελλείψεις στα σούπερ μάρκετ. Σε νερό, ζυμαρικά, συσκευασμένα ψωμιά και αλεύρι. Ειδικά το ψωμί είναι είδος εν ανεπαρκεία, αυτό δείχνει ένα πανικό. Ανεφοδιασμός βέβαια υπάρχει. Η κίνηση στους δρόμους έχει μειωθεί σαφώς. Εγώ κυκλοφορώ με το ποδήλατο όπως συνήθως και πηγαίνω στη δουλειά μ‘ αυτό. Ετσι δεν έρχομαι και σε επαφή με κόσμο“.
Του ζητήσαμε μία πρόβλεψη για το άμεσο μέλλον: „Τα αποτελέσματα των μέτρων που παίρνονται και στην Ελλάδα όπως παντού θα τα δούμε σε λίγες ημέρες. Πιστεύω όμως ότι μέχρι το Μάιο μπορούμε να δούμε μία κάμψη της επιδημίας. Τα περιστατικά „ψαρεύονται“ πιο γρήγορα ενώ δεν ξέρουμε ποιον ακριβώς ρόλο θα παίξει η αναμενόμενη αύξηση της θερμοκρασίας λόγω της εποχής“.
Ο Νικόλας Ρήγας εργάζεται και ζει στο Μπόχουμ από το 2008: „Εν τω μεταξύ η θέση μου στην Ελλάδα άνοιξε, αλλά τελικά προτίμησα να μείνω εδώ“ μάς λέει πριν κλείσουμε το τηλέφωνο.
Ρεπορτάζ Νίκος Γιαννόπουλος