Εκατό χρόνια συμπληρώθηκαν φέτος από τον ξεριζωμό των Ελλήνων του Πόντου. Μπορεί για κάποιους οι μνήμες να ξεθώριασαν, όμως ειδικά οι Πόντιοι δεν μπορούν να ξεχάσουν τον ξεριζωμό των παππούδων και των πατεράδων τους. Η δεκάτη ενάτη Μαΐου του 1919 αποτελεί ημερομηνία σταθμό και μαύρη σελίδα στην παγκόσμια ιστορία. Οι φανατισμένοι, τότε, νεότουρκοι κεμαλιστές εξολόθρευσαν 353.000 χιλιαδες Έλληνες του Πόντου. Όσοι γλίτωσαν από τη γενοκτονία έφτασαν στην Ελλάδα και συνέβαλαν σημαντικά στην ανόρθωση του ελληνικού κράτους. Ένας επίσης σημαντικός αριθμός Ελλήνων του Πόντου κατέφυγε στη Νότια Ρωσία και οι απόγονοι αυτών μετεγκαταστάθηκαν τη δεκαετία του 1990 στην Ελλάδα.
Αν μπορούσαμε να δώσουμε ήχο σε εκείνες τις κραυγές επιβίωσης θα αντηχούσε στα αυτιά μας το «παίρουμε την ψύν σο στόμαν και πάμε, ατό η στράτα τέλος κι έχειν…». (παίρνουμε την ψυχή στο στόμα και πάμε, αυτός ο δρόμος δεν έχει τελειωμό)
Οικογένειες ξεκληρίστηκαν, περιουσίες χάθηκαν. Η ποντιακή γη ποτίστηκε με δάκρυα και αίμα, αίμα τίμιο, καθαρό, χριστιανικό. Η μάνα έχανε το παιδί και ο αδερφός την αδερφή. Η ιστορική μνήμη και η κουλτούρα των Ποντίων ευτυχώς διατηρούνται αναλλοίωτες μέχρι σήμερα. Οι παραδόσεις άντεξαν στο χρόνο και μεταλαμπαδεύτηκαν με επιτυχία στους νεότερους. Στη γενιά των νεότερων ανήκει και ο γνωστός επιχειρηματίας της πόλης της Στουτγκάρδης Γεώργιος Σιδηρουργόπουλος, δισέγγονος από αδερφό του Αρχιμανδρίτη Γρηγορίου Σιδηρουργόπουλου, από τη Λεκάνη Καβάλας. Ο Αρχιμανδρίτης από το 1905 και έπειτα, μέσα από τον προσωπικό του αγώνα κατάφερε να κρατήσει άσβεστη τη φλόγα της ορθοδοξίας και να μορφώσει όσους περισσότερους μπορούσε σε Ελλάδα και Ρωσία.
Ποιος ήταν ο Γρηγόριος Σιδηρουργόπουλος;
Γεννήθηκε το 1885 στο χωριό Λειβάδια της Γαλλίανας του Πόντου. Σε ηλικία 12 ετών ξεχώριζε στο σχολείο για το ζήλο του στα γράμματα. Αυτό έκανε τους τότε δασκάλους του, Κωνσταντίνο ∆οξόπουλο και Βασίλειο Σπινθηρόπουλο να τον προωθήσουν στην ιερά Μονή του Αγίου Γεωργίου Περιστερεώτα, για συνέχιση των σπουδών του. Εκεί διδάχθηκε τα πρώτα ιερά γράμματα, μετέπειτα φοίτησε στο περίφημο Φροντιστήριο της Τραπεζούντας, και την Ιερατική Σχολή Καισαρείας – Καππαδοκίας απ’ όπου αποφοίτησε με άριστα.Τελειώνοντας τις σπουδές του επέστρεψε στη Μονή Περιστερεώτα, χειροτονήθηκε ιεροδιάκονος, έπειτα ιερομόναχος και τέλος αρχιμανδρίτης.
Στα 19 του χρόνια στάλθηκε στη Ρωσία για να μπορέσει να συγκεντρώσει μία βοήθεια για την ανακατασκευή της Μονής. Η επιτυχία της αποστολής του αυτής φανέρωσε τα χαρίσματα της προσωπικότητάς του να αναλαμβάνει δύσκολες αποστολές. Οι αποστολές του στη Ρωσία συνεχίστηκαν και σε πολλές από αυτές δεν δίσταζε να δείχνει τα αισθήματα του για τους Μπολσεβίκους, αποκαλώντας τους αντίχριστους, κάτι που σύντομα τον οδήγησε στις φυλακές.
Εκεί υπέστη αφάνταστα βασανιστήρια γιατί πρωί και βράδυ ξεσήκωνε τους φυλακισμένους με δυνατές ψαλμωδίες και προσευχές. Στο προαύλιο δε των φυλακών διεκήρυττε το λόγο του Θεού και δε δίσταζε να εξαπολύει δριμύ κατηγορώ κατά του μπολσεβικισμού. Οι συχνές απομονώσεις, και τα απάνθρωπα βασανιστήρια κλόνισαν σε κάποιο βαθμό τα νεύρα του. Οι Μπολσεβίκοι για ν’ απαλλαγούν από τον ανατρεπτικό του λόγο, μετά από έξι μήνες, τον αποφυλάκισαν.
Το Μάρτιο του 1920 μετέβη στην Κωνσταντινούπολη όπου του ανατέθηκαν από το Πατριαρχείο καθήκοντα δασκάλου σ’ ένα σχολείο. Όμως δεν έμελλε να μείνει κι εκεί για πολύ καιρό. Τα κεμαλικά στρατεύματα και τα άγρια στίφη των τσετέδων του, από τον Ιούνιο του 1920, εφάρμοσαν το σχέδιο γενοκτονίας των ελληνικών πληθυσμών σ’ όλη την Ανατολή, όπου δεν είχε φτάσει ο Ελληνικός Στρατός. Για τον Γρηγόριο Σιδηρουργόπουλο σήμανε η στιγμή της υπέρτατης εθνικής προσφοράς. Από Κωνσταντινούπολη, μέσω Αθηνών, πήγε στη Σμύρνη και αμέσως έφτασε στην πρώτη γραμμή. Ριψοκίνδυνος, με το σταυρό στο χέρι και τα ράσα του ν’ ανεμίζουν στον αέρα, έτρεχε ανάμεσα στους μαχητές ευζώνους του 1/38 Συντάγματος Ευζώνων της πρώτης γραμμής, που ενεργούσαν κοντά στον εχθρό, πάνω στο γυμνό ύψωμα του Μανγκάλ Νταγ. Παρά τις θυσίες και τις νίκες, η σύμπτυξη των Ελληνικών ∆υνάμεων από το μέτωπο της Άγκυρας, και ο ακόμη τραγικότερος ξεριζωμός των Ελλήνων, επηρέασαν σοβαρά τον ψυχικό κόσμο του γέροντα.
Η δράση του στην Ελλάδα
Απο το 1923 εως το 1941 εκτελούσε καθήκοντα δασκάλου στα χωριά ∆ιπόταμος και Λεκάνη Καβάλας. Οι μαθητές του θυμούνται τον πολυμαθή δάσκαλο, ο οποίος συχνά, κατά τις ώρες διδασκαλίας, κλεινόταν στον εαυτό του ή σιγοψιθύριζε κατάρες ή «ξερίζωνε» τις τρίχες από τα γένια του. Όμως γράμματα πολλά έμαθαν από αυτόν. Πολλοί διέπρεψαν στις ανώτατες επιστήμες, ανάμεσα τους και ο καθηγητής ιατρικής Ιωάννης Συμεωνίδης, ο γνωστός, επί πολλά χρόνια, πρόεδρος της Ευξείνου Λέσχης Θεσσαλονίκης.
Από το 1941 έως τα τέλη του 1944, λόγω βουλγαρικής κατοχής στη Λεκάνη, ο Σιδηρουργόπουλος κατέφυγε εξόριστος στο Ροδοχώρι Ναούσης. Στην περιοχή αυτή άσκησε τα καθήκοντα ιερέα και δασκάλου, ανάλογα με τις εντολές της Ιεράς Μητρόπολης Εδέσσης. Από τα Χριστούγεννα του 1944 μέχρι το θάνατό του το 1955 ζούσε και πάλι στη Λεκάνη Καβάλας. Τα λείψανα του ιερού αυτού εθνομάρτυρα έχουν μεταφερθεί και φυλάσσονται στο οστεοφυλάκιο της νέας Μονής του Αγίου Γεωργίου Περιστερεώτα στο Ροδοχώρι της Νάουσας, όπου στήθηκε και η προτομή του.
Πηγή πληροφοριών για το βίο του είναι το Σωματείο „Άγιος Γεώργιος Περιστερεώτα“
Με τη ματιά της γιαγιάς Θεανώς
Φέτος, για πρώτη φορά στην ελληνική τηλεόραση θα προβληθεί μία ιστορική σειρά βασισμένη στην τραγωδία του ποντιακού ελληνισμού, με σκηνοθέτη τον Μανούσο Μανουσάκη και πηγή πληροφοριών το ιστορικό διήγημα „Κόκκινο ποτάμι 1908/1923“ του Χάρη Τσιρκινίδη. Το πρωτογενές υλικό για την συγγραφή του βιβλίου δόθηκε μέσα από αληθινά στοιχεία της ζωής και του έργου του «Πατροκοσμά του Πόντου» όπως έχουν χαρακτηρίσει, λόγω της δράσης του, τον Γρηγόριο Σιδηρουργόπουλο.Η γιαγιά Θεανώ μνημονεύει ακόμη και σήμερα, σχεδόν καθημερινα, τον καλόγερο (έτσι τον αποκαλεί), αδερφό του πεθερού της και τα όσα έζησαν στη Λεκάνη Καβάλας, το 1945-1955 τότε που εκείνος μετακόμισε από την Έδεσσα. Τον σέβεται απεριόριστα και τα όσα της δίδαξε τα μετέφερε στα παιδιά και στα εγγόνια της. Μέχρι και σήμερα στο κέντρο του σαλονιού της υπάρχει ένα επιβλητικό κάδρο με την φωτογραφία του καλόγερου.
Την επισκεφτήκαμε στο σπίτι της στη Θεσσαλονίκη, μας υποδέχτηκε καθισμένη στην αναπηρική της καρέκλα και παρά τα 94 της χρόνια κατάφερε να μας εκπλήξει όχι μόνο για την ζωντάνια και την πνευματική της διαύγεια, αλλά και για την ηρεμία και την αγάπη που εξέπεμπε μιλώντας για τον καλόγερο. Η ίδια, όπως και οι περισσότεροι της γενιάς της, έζησε και μεγάλες φτώχιες, τη ζωή του μετανάστη στη Γερμανία, αλλά και τη χαρά της μεγάλης οικογένειας. Παρά τα όσα πέρασε, μπορεί και καμαρώνει τα εγγόνια και τα δισέγγονά της.
Στην μακροσκελή κουβέντα που είχαμε μας περιέγραψε τα συναισθήματα που εισέπραξε όλα αυτά τα χρόνια δίπλα του. Θυμάται τα πάντα με κάθε λεπτομέρεια! Πώς θα μπορούσε, άλλωστε, να διαγράψει από τη μνήμη της τη βοήθεια που έλαβε από εκείνον και την αγάπη που είδε να δίνεται απλόχερα στον κόσμο από έναν αγωνιστή του Θεού και του έθνους; Πώς να ξεχάσει αυτά τα άγια, για εκείνη, λείψανα που ξέθαψε και κράτησε στο σπίτι της πριν τα παραδώσει στο μοναστήρι; Μερικά πράγματα δεν διαγράφονται! Σίγουρα όλοι διεκδικούν ένα μερίδιο της δόξας και της ιστορίας και σίγουρα κάποιοι το έχουν. Ας το αξιοποιήσουν ανάλογα για το κοινό καλό και για να μαθαίνουν οι νεότεροι.
Γιαγιά Θεανώ πόσο χρονών είστε;
94 χρονών, γεννήθηκα το 1924, στο Ακ Νταγ Ματέν της Τουρκίας. 8 ημερών με βάφτισαν.
Ήσασταν νέα κοπέλα όταν τον γνωρίσατε; Ποιος ήταν ο βαθμός της συγγένειάς σας;
Ήταν αδερφός του πεθερού μου και αγαπούσε τα παιδιά μου σαν δικά του. Καμάρωνε και έλεγε ότι αυτά θα συνεχίσουν το όνομα της οικογένειας. Το όνομα μου εκείνος το έκανε Θεανώ, αλλιώς με αποκαλούσαν Θεώνα. Μια μέρα έρχεται και μου λεει «από σήμερα θα είσαι η Θεανώ».
Τι θυμάστε από τον Αρχιμανδρίτη Γρηγόριο Σιδηρουργόπουλο; Τι ήταν αυτό που τον απασχολούσε συνήθως;
Είχε πολλή αγάπη για τα παιδιά. Κάθε φορά που στρώναμε τραπέζι έλεγε «πρώτα να φάνε τα παιδιά και μετά οι μεγάλοι». Αυτή ήταν και μία από τις επιθυμίες του όταν θα έφευγε από τη ζωή… πρώτα να φιλέψουμε τα παιδιά!
Πρώτα να φάνε τα παιδιά και μετά οι μεγάλοι
Ήθελε να μάθουν γράμματα οι νέοι, να μορφωθούν. Ο ίδιος γνώριζε 7 γλώσσες. Είχε πολλή αγάπη για τον κόσμο. Πολλές φορές περπατούσε ξυπόλητος και όταν του έδιναν κανένα ζευγάρι παπούτσια τα έπαιρνε και τα έδινε σε άλλους.
Όταν έψελνε «έτριζε» η εκκλησία. Τον απασχολούσε η θρησκεία, ήθελε ο κόσμος να μάθει, να γνωρίσει την αλήθεια, από παιδί ακόμα ήταν ιεροκήρυκας. Στο χωριό ήταν δάσκαλος, όταν τον έπιαναν τα νεύρα του τραβούσε τα γένια του, τα ξερίζωνε. Στην αρχή τρόμαζε τα παιδιά όμως μετά κατάλαβαν ότι αυτό ήταν το χούι του. Όλα τα παιδιά τον αγαπούσαν και όλα έμαθαν γράμματα μαζί του. Τον είχαν κλέψει δύο φορές. Την πρώτη φορά στη Ρωσία κάποιο παιδί φιλοτιμήθηκε να τον βοηθήσει να κρατήσει τη βαλίτσα του, αλλά την πήρε και έφυγε κι εκεί μέσα είχε λεφτά. Την δεύτερη φορά από μία προδωσία στους Βούλγαρους, αναγκάστηκε να φύγει άρον άρον από το χωριό. ∆εν πρόλαβε να σώσει τίποτα παρά μόνο 7 βιβλία του Παπαρρηγόπουλου, τα οποία στην αρχή βρέθηκαν στα χέρια του παππού Γεώργιου Σιδηρουργόπουλου και εκείνος με τη σειρά του τα χάρισε στον εγγονό του Χαράλαμπο Παντελίδη. Έτσι χάθηκαν σχεδόν όλα τα υπάρχοντά του.
Θυμάστε κάποια περιστατικά να μας διηγηθείτε;
Στα τελευταία του στη Λεκάνη είχε καεί το σπίτι του και χρειάστηκε 15 μέρες να μείνει σε εμένα για να τον φροντίσω. Τότε μου είχε εκφράσει την επιθυμία του άμα πεθάνει να τον θάψουμε στο Ροδοχώρι Ημαθίας. Έφυγε από εγκεφαλικό 9 η ώρα το βράδυ, λίγο καιρό μετά την πυρκαγιά στο σπίτι. Όταν όμως συνέβη αυτό δεν είχαμε χρήματα για να τον μεταφέρουμε εκεί. Μετά από χρόνια παρακάλεσα τον παπά να κάνουμε την επιθυμία του πραξη. Πήγε ο άντρας μου, τον ξέθαψαν, έπλυναν τα οστά του και μια εβδομάδα τα είχα στο σπίτι, πριν τα παραδώσουμε εκεί που ήθελε να είναι… στο Μοναστήρι. Όσοι ήταν κοντά όταν κοιμήθηκε και όταν ανοίχτηκε ο τάφος έχουν να το λένε ότι μοσχοβολούσε ο τόπος.
Ξέρετε ότι τον Οκτώβριο θα ξεκινήσει μία τηλεοπτική σειρά βασισμένη στη ζωή του Αρχιμανδρίτη;
Χαίρομαι και περιμένω και εγώ όπως όλος ο κόσμος να δούμε πρώτη φορά μια τέτοια ιστορία. Είμαι πολύ συγκινημένη που θα βλέπω τη ζωή του στην τηλεόραση.
Κουβαλάτε σχεδόν έναν αιώνα ζωής και εμπειρίας στην πλάτη σας. Τι θα συμβουλεύατε τους νέους;
Να είναι αγαπημένοι με όλο τον κόσμο, να μην μπλέκουν με κακές παρέες και όσο μπορούν να κάνουν καλό και να μη ζηλεύουν τα πλούτη του διπλανού.
Στους Πόντιους που θα σας διαβάσουν, τι θα λέγατε;
Οι Πόντιοι να είναι όλοι καλά και να μη ξεχάσουν, να πάρουν την Γενοκτονία στα χέρια τους και να τη σηκώσουν ψηλά, γιατί χάθηκαν πολλά παιδιά τότε.
Οι Πόντιοι να είναι όλοι καλά και να μη ξεχάσουν, να πάρουν την Γενοκτονία στα χέρια τους και να τη σηκώσουν ψηλά, γιατί χάθηκαν πολλά παιδιά τότε.
Νίκος Σιδηρουργόπουλος
Ο κύριος Νίκος Σιδηρουργόπουλος είναι γιος της γιαγιάς Θεανώς και πατέρας του Γιώργου, ιατρός στο επάγγελμα. Ο ίδιος πρόλαβε να ζήσει 5 χρόνια κοντά στον «καλόγερο».
Κάποιες εικόνες έχουν χαραχτεί μέσα του, κρατώντας άσβεστη τη ζωντάνια και τη φρεσκάδα στο σήμερα, παρόλο που έχουν περάσει περισσότερα από 60 χρόνια από τότε που κοιμήθηκε. Στη μνήμη του κυρίου Νίκου, η μορφή του καλόγερου έχει μία επιβλητικότητα. Θυμάται έναν ψηλό, αγέρωχο και ήρεμο άνθρωπο.
«Αγαπούσε πολύ τα παιδια και κάθε φορά που πηγαίναμε με μία συνομήλική μου να τον δούμε, πάντα μας έδινε από ένα βραστό αυγό ή άμα ήταν καλοκαίρι λίγα κεράσια και σταφύλια από την κληματαριά του σπιτιού του. Δεν θα ξεχάσω πως μία φορά καθώς ερχόταν στο σπίτι μας, άκουσε τις γειτόνισσες να μαλώνουν. Σταμάτησε τότε μπροστα τους και άρχισε να τις φωνάζει “αφορισμένες, τα αδέρφια μου σκοτώνονται στην Κύπρο και εσεις σκοτώνεστε για τα ρούχα που απλώνετε στα σχοινιά;”.
Αφορισμένες, τα αδέρφια μου σκοτώνονται στην Κύπρο και εσεις σκοτώνεστε για τα ρούχα που απλώνετε στα σχοινιά;
Είχε μεγάλη αγάπη για την πατρίδα. Σαν παιδί είχα συγκλονιστεί όταν είχε ένα ατύχημα στο σπιτάκι του και κάηκε σε πολλά σημεία. Τα χέρια του ήταν γεμάτα φουσκάλες με νερό και πύον. Αυτά τα περιποιούνταν η μητέρα μου και αυτός ο καημένος σφάδαζε από τον πόνο. Εμένα και τον αδερφό μου μας αγαπούσε υπερβολικά πολύ γιατί ήμασταν οι συνεχιστές του επιθέτου. Στον αδερφό μου τον Κωνσταντίνο έλεγε “εγώ εσένα θα σε κάνω γιατρό, θα σε σπουδάσω”. Και εκείνος για να τον ευχαριστήσει πήγαινε συνέχεια και έψαχνε τα ντουλάπια του για να πάρει κανένα βιβλίο. Είχε μία τεράστια βιβλιοθήκη, με πολλά βιβλία, τα οποία έφερε από την πατρίδα. Μια μέρα όμως ήρθε κάποιος από την Καβάλα που είπε ότι ήθελε να γράψει την ιστορία του Πόντου και τα φόρτωσε όλα σε ένα αμάξι. Τα πήρε να τα μελετήσει και δεν τα επέστρεψε ποτέ. Πολλά από τα «προσωπικά του αντικείμενα» όπως τα καλυμαύχια, τα ράσα και ο οικουμενικός σταυρός του, χάθηκαν με έναν παρόμοιο τρόπο. Κάπως έτσι ένας λαός χάνει και την ιστορία του… Λαός όμως που δεν γνωρίζει ή αγνοεί το παρελθόν του δεν μπορεί να έχει μέλλον».
Λαός που δεν γνωρίζει ή αγνοεί το παρελθόν του δεν μπορεί να έχει μέλλον
Ο απόγονος Γιώργος Σιδηρουργόπουλος
Ο Γιώργος Σιδηρουργόπουλος είναι ο δισέγγονος και ο συνεχιστής της ιστορίας που φέρει αυτό το βαρύ όνομα. Στις παιδικές του αναμνήσεις κυριαρχούν οι τραγικές διηγήσεις των προσφύγων παππούδων του, για το ολοκαύτωμα του Πόντου και της Μικρασιατικής Καταστροφής. Όσα γνωρίζει, είναι μέσα από διηγήσεις του πατέρα του Νικόλαου, της γιαγιάς Θεανώς αλλά και του θείου του Κωνσταντίνου. Έχοντας όμως στο DNA του την προσφορά και την αγάπη για το ποντιακό ελληνικό στοιχείο, δεν θα μπορούσε να μείνει στην αδράνεια. Είναι πατέρας τριών παιδιών και αυτή του την αγάπη, αυτή του την περηφάνια για τον πρόγονο προπαππού του, την μεταφέρει και στα παιδιά του. Σαν άνθρωπος είναι ήπιων τόνων, μετριόφρων, προσηλωμένος στο στόχο του και χωρίς πολλά λόγια. Το να καταφέρουμε, να μας ανοιχτεί και να μας βάλει στην οικογένεια και στη ζωή του, δημοσιοποιώντας μάλιστα και όλα αυτά, δεν ήταν εύκολη υπόθεση.
Στους περισσότερους είναι γνωστός ως ένας από τους πλέον επιτυχημένους επιχειρηματίες της Στουτγκάρδης. ∆ραστηριοποιείται στο χώρο της εστίασης, είναι ιδιοκτήτης του Cafe Bar VO και εμπνευστής και διευθύνων σύμβουλος της Gold Events, εταιρείας εκδηλώσεων. Για όσους τον γνωρίζουν για πρώτη φορά, είναι ο άνθρωπος που κρύβεται την τελευταία δεκαετία πίσω από τα κορυφαία events που έχουν διοργανωθεί στην πόλη της Στουτγκάρδης με live εμφανίσεις μεγάλων Ελλήνων καλλιτεχνών, όπως ο Αντώνης Ρέμος, ο Πάνος Κιάμος, η Πέγκυ Ζήνα, ο Νίκος Μακρόπουλος, ο Χρήστος Χολίδης, ο Γιώργος Σαμπάνης και άλλα κορυφαία ονόματα του ελληνικού μουσικού πενταγράμμου. Η καταγωγή του είναι από την Λεκάνη Καβάλας και την επισκέπτεται σχεδόν κάθε χρόνο έστω και για ένα τριήμερο.
Επιτυχημένος επιχειρηματίας με αγάπη για τον Πόντο
Η επιχειρηματική του δραστηριότητα ξεκίνησε από το 2005 και έχει κάνει αρκετές προσπάθειες με διαφορετικό αντικείμενο, πριν καταλήξει σε αυτό που «κουμπώνει» καλύτερα στο χαρακτήρα και στην εμπειρία που απέκτησε. Το να χαράξεις άλλωστε μια πολυετή πορεία, κερδίζοντας την εμπιστοσύνη των ανθρώπων τόσο της νύχτας όσο και της ημέρας, δεν είναι εύκολη υπόθεση.
Πώς ξεκινά το επιχειρηματικό σου ταξίδι; Ποιος ήταν ο πρώτος σου σταθμός και σε τι ηλικία;
Ως έφηβος ξεκίνησα παίζοντας μουσική σε κλαμπάκια και έτσι έβγαλα τα πρώτα μου χρήματα. Έπαιζα Soul και R&B. Στα 18 μου και όντας ανήσυχος και βιαστικός, έκανα το επόμενο βήμα. Μετακόμισα στην Κολωνία, στο καλλιτεχνικό κέντρο της Γερμανίας, εκεί όπου διοργανώνονται τα μεγαλύτερα μουσικά events και έχουν έδρα οι μεγαλύτερες εταιρείες των media αλλά και οι δισκογραφικές. Ξεκίνησα να εργάζομαι ως DJ αλλά και σε εταιρεία Black Music Promotion.
Πώς εξελίχθηκε η πορεία σου μέσα από εκεί;
Στο ξεκίνημα δούλευα σαν μέλος της Black Music Promotion. Μία συνεργασία που διήρκεσε 7 χρόνια και μου δίδαξε τρόπους προβολής, προώθησης και διοργάνωσης μεγάλων εκδηλώσεων. Ένα μεγάλο σχολείο που μέσω αυτού ήρθα σε επαφή με stars παγκόσμιας εμβέλειας, όπως η Mariah Carey, Jay Z κ.α. Ζούσα τα backstage. Στην πορεία σχεδίαζα και έκανα προτάσεις για την προώθηση και την προβολή τους. Σε αυτή τη δουλειά έμαθα να χειρίζομαι δύσκολες και πολύπλοκες προσωπικότητες. Μια εμπειρία που φάνηκε πολύτιμη στην μετέπειτα ενασχόληση μου με τις εκδηλώσεις Ελλήνων καλλιτεχνών μέσω της εταιρειας Gold Events.
Ως DJ ποια ήταν η μεγαλύτερή σου επιτυχία; Είχες κάποιο ψευδώνυμο;
Επιτυχία για μένα ήταν που με ζήτησαν στην Αμερική και έπαιζα μουσική σε μεγάλα κλαμπ στο Μαϊάμι, αλλά και σε συναυλίες. Ήμουν ο DJ Nightflight (γελάει).
Η ελληνική μουσική με ποιο τρόπο μπήκε στη ζωή σου και σε τι ηλικία;
Πάντα ήταν στη ζωή μου, από μικρό παιδί. Στο σπίτι ακούγαμε ποντιακά και Καζαντζίδη. Τα πρώτα ελληνικά live τα έζησα στο πατρικό μου μιας και κάθε Κυριακή, ο πατέρας και ο θείος μου, παίζανε μπουζούκι και κιθάρα. Επαγγελματικά σε ηλικία 25 ετών άρχισα να ασχολούμαι με αυτό το κομμάτι και λίγο αργότερα ήρθε και η Gold Events.
Η νύχτα λένε και έχει αποδειχτεί κρύβει κινδύνους. Ήρθες ποτέ αντιμέτωπος με κάποια ακραία κατασταση;
Βέβαια! Κάπως έτσι ξεκίνησε η επιχειρηματική μου πορεία. Πρώτη συνεργασία, πρώτη προδοσία και αθέτηση συμφωνίας και μάλιστα από αδελφικό μου φίλο. Εκεί αναθεώρησα πολλά πράγματα. Μου στοίχισε και οικονομικά και ψυχολογικά, αλλά κρίνοντας εκ του αποτελέσματος, μπορώ να πω πως ναι μεν με ξύπνησε κάπως απότομα, στην πορεία όμως αποδείχθηκε πως έγινε για το καλό μου.
Τι σε δίδαξε η νύχτα;
Μία βασική αρχή που απέκτησα μέσα στη νύχτα είναι πριν μπω στη διαδικασία να μαλώσω, καλύτερα να κλείσω την πόρτα. Άμα σέβεσαι, θα σε σεβαστούν. Κοίτα τη δουλειά σου, κάνε εσύ αυτό που κάνεις καλά και μη ασχολείσαι με το τι θα κάνει ο παραδίπλα.
Πριν μπω στη διαδικασία να μαλώσω, καλύτερα να κλείσω την πόρτα.
Μπορείς να μου πεις κάποια χαρακτηριστικά που σε διαφοροποιούν από τους άλλους και γνώρισαν οι επιχειρήσεις σου επιτυχία;
Αυτό θα μπορούσαν να το απαντήσουν καλύτερα οι άνθρωποι με τους οποίους συνεργάζομαι ή οι απλοί επισκέπτες των χώρων μου. Ένα χαρακτηριστικό μου είναι ότι αυτό που λέω, αυτό εννοώ και ο λόγος μου έχει βαρύτητα.
Αν ξεχώριζες κάποιες συνεργασίες ποιες θα ήταν αυτές και γιατί; Σαν επιχειρηματία θα ξεχώριζα τον Κώστα Παπαδόπουλο, ιδιοκτήτη του κλαμπ Ρεξ στο Ντίσελντορφ και πρωτεργάτη στο θέμα ελληνικής διασκέδασης και επιτυχημένων διοργανώσεων. Ήταν αυτός που μου έδωσε το βάπτισμα του πυρός, προτείνοντάς μου για πρώτο μου live τότε, τον Αντώνη Ρέμο. Από καλλιτέχνες δεν μπορώ να αναφερθώ, γιατί έκτος από επαγγελματική σχέση, με αρκετούς από αυτούς έχω και φιλική.
Γιώργο, τι θυμάσαι να σου μεταφέρουν από τη ζωή του προπάππου σου Αρχιμανδρίτη Γρηγόριου Σιδηρουργόπουλου;
Οι δικές μου εικόνες για τον „καλόγερο“ όπως τον αποκαλούσαν οι συγγενείς και κυρίως η γιαγια Θεανώ είναι λίγες, αλλά ευχάριστες. Μικρότερος όταν πήγαινα στο σπίτι της γιαγιάς, μητέρας του πατέρα μου, και έβλεπα το κάδρο του κρεμασμένο στο σαλόνι με τρόμαζε. Εκείνη όμως μέσα από την αγάπη της μου μετέφερε όμορφες εικόνες για όλα όσα έχει κάνει, όχι μόνο για την οικογένειά μας, αλλά γενικά για τους ανθρώπους. Τους αγαπούσε, πονούσε για τους Πόντιους, πάλευε από 12 χρονών, να μορφωθεί για να μορφώσει. Να μεταλαμπαδεύσει την πίστη για την Oρθοδοξία και για την πατρίδα.
Η σχέση σου με το ποντιακό στοιχείο;
Στο σπίτι μιλάμε και ποντιακά, αγαπώ όλον τον Πόντο και όλες τις παραδόσεις του. Είναι ένα χαμένο μα αλησμόνητο κομμάτι της Ελλάδας. Χαίρομαι που βλέπω πόσο ενεργοί είναι οι ποντιακοί σύλλογοι εδώ, αλλά και για την αλληλοϋποστήριξή τους. Οι Πόντιοι είναι δεμένος λαός.
DER PONTOS LEBT
100 Jahre ist es her, seit dem Genozid an die Pontosgriechen. Die Pontosgriechen oder Pontier (griechisch Πόντιοι Póntioi, türkisch Pontus Rumları) sind die Nachfahren jener Griechen, die im Altertum die historische Landschaft Pontos besiedelten. Ihr Sprachraum erstreckte sich über die türkische Schwarzmeerküste bis hin zu angrenzenden Teilen Georgiens und verbreitete sich im Zuge von Wanderungsbewegungen über die Kaukasusregion hinaus bis nach Russland.
Die christlichen Pontosgriechen lebten an der türkischen Schwarzmeerküste, wurden jedoch schließlich im Osmanischen Reich verfolgt und im Jahr 1923 in Folge des Bevölkerungsaustauschs zwischen Griechenland und der Türkei zwangsdeportiert. Die Pontosgriechen, die unter staatlichem oder kulturellem Druck muslimisch wurden, leben bis heute noch dort.
Wer war Grigorios Sidirourgopoulos?
Grigorios Sidirourgopoulos, Archimandrit, Lehrer und ein Held der pontischen Griechen, wurde in dem Dorf Livadia am Pontus geboren und lebte den größten Teil seines Lebens in Kavala. Ab seinem zwölften Lebensjahr lebte er im Kloster und blieb bis zu seinem Lebensende ein großer Kämpfer für die Freiheit seiner Mitmenschen. Seine Liebe zu den Kindern und seinen Mitmenschen war enorm groß. Als Mönch wurde er mit 19 Jahren nach Russland geschickt, damit er einen bestimmten finanziellen Betrag für die Renovierung des Klosters Peristereota sammelt. Durch den großen Erfolg bei dieser Mission, wurde sein Ehrgeiz und sein Wille sehr deutlich. Weitere Missionen in Russland folgten. Er zeigte großen Widerstand gegen die Bolschewiken, die er als Antichristen bezeichnete, was zur Folge hatte, dass er ins Gefängnis musste. Die Gräueltaten die er dort erleben mussten beeinflussten seine Psyche für sein restliches Leben sehr stark. Im Jahre 1920 kämpfte Grigorios Sidirourgopoulos an der Front in Izmir gegen die Türken, wo er mit seinen eigenen Augen sehen musste, wie sein bester Freund von der Türken ermordet wurde.
Von 1923 bis 1941 war er Lehrer in den Dörfern Dipotamos und Lekani in Kavala. Sein Ziel war es so viel wie möglich Kinder Lesen und Schreiben beizubringen und ihnen den christlichen Glauben zu lehren. Durch die unmenschlichen Taten die er im Kampf gegen das Unrecht erlebt hat, eignete er sich an, seine Barthaare zu ziehen. Das war sein Merkmal. Von 1944 bis er im Jahre 1955 starb, lebte er in Lekani.
Wer war Oma Theano?
Oma Theano ist 94 Jahre alt und lebte die letzten 10 Jahre in unmittelbarer Nähe von Grigorios Sidirourgopoulos. Theanos Schwiegervater war der Bruder von Grigorios. Kurz vor Grigorios Tod brannte sein Haus ab und er erlitt dabei große Verletzungen. Theano war der Mensch der ihm zur Seite stand. Noch heute hat sie ein großes Foto von ihm in der Wohnung. Als wir sie in Thessaloniki fragten, welche Eigenschaften Grigorios hatte, erwähnte sie vor allem die Liebe zu den Kindern und den Mitmenschen. Sie erinnerte sich, wie er sogar seine Schuhe für den Mitmenschen opferte. Sie ist sehr stolz, dass im Oktober ein griechischer Spielfilm über den Genozid der Pontusgriechen ausgestrahlt wird, in dem Grigorios Sidirourgopoulos eine Hauptrolle spielen wird.
Wer ist Georgios Sidirourgopoulos?
Georgios Sidirourgopoulos sein Uropa war Gregorios Sidirourgopoulos. Er lebt in Deutschland, ist Unternehmer und veranstaltet die letzen 20 Jahre Konzerte vor allem mit griechischen Künstlern. Er ist Vater von drei Kindern und hat es sich zur Aufgabe gemacht, die griechischstämmigen Menschen mit professionellen Veranstaltungen zu unterhalten. Seine Liebe zum Pontos und der Heimat Griechenland, ist sehr groß. Als Mensch ist er sehr Bescheiden. In sehr jungen Jahren, zog es ihn in die Medienhauptstadt nach Köln, wo er für eine Blackmusic Agentur tätig war. Er war für zahlreiche Konzerte von Künstlern wie Mariah Carey, Jay Z u.v.m. organisatorisch tätig und lernte dabei alles was ihn heute als Unternehmer auszeichnet. Ebenso war er als DJ erfolgreich. Der erste Kontakt zur griechischen Musik, kam durch seinen Vater und seinem Onkel, die Sonntags daheim immer Bouzouki und Gitarre gespielt haben. Heute bringt er die größten griechischen Künstler auf Deutschlands Bühnen und unterstützt wo es nur möglich ist, seine Mitmenschen. Eine Eigenschaft, die er von seinem Uropa geerbt hat.
TEXT Ευρώπη Σοϊλεμέ
FOTO Νικόλαος Ράδης