Text ΜΕΡΟΠΗ ΚΟΚΚΙΝΗ
Πηγή www.lifo.gr
Το πρόβλημα της στέγασης έχει γίνει το νούμερο ένα θέμα συζήτησης εδώ και αρκετό καιρό. Με αφορμή την επέλαση της βραχυχρόνιας μίσθωσης τύπου Airbnb σε γειτονιές της Αθήνας αλλά και σε άλλες μεγάλες πόλεις, τουριστικές ή και όχι, τα ενοίκια ανεβαίνουν ενώ τα εισοδήματα παραμένουν καθηλωμένα και η εύρεση αξιοπρεπούς και οικονομικής στέγης σε πολλές περιοχές είναι συχνά αδύνατη. Θα μπορούσε κανείς να πει ότι το στεγαστικό είναι το μεγάλο πρόβλημα που προκύπτει και το μείζον σύμβολο του κοινωνικού κόστους της κρίσης στις μεγάλες πόλεις, όχι μόνο της χώρας μας αλλά και ολόκληρης της Ευρώπης.
Αυτός ακριβώς ο προβληματισμός υπήρξε και η αφετηρία για το «Besichtigungstermin!», το πρώτο κεφάλαιο του πρότζεκτ Urban Crisis 2020, ενός καλλιτεχνικού εγχειρήματος που υπογράφει ο The Krank, ένας Έλληνας καλλιτέχνης που ζει και εργάζεται στο Βερολίνο, και έχει σκοπό να εξετάσει την επιδείνωση της κατάστασης της σύγχρονης αστικοποίησης μέσα από ένα ανθρωπιστικό πρίσμα.
Πλέον μια εμβληματική τοιχογραφία ή η μαζική παρουσία καλλιτεχνικών έργων σε δημόσιο χώρο, αυτόματα ανεβάζουν την αξία των ακινήτου αλλά και των επιχειρήσεων της περιοχής μέσα στην οποία βρίσκονται με τρανταχτά παραδείγματα το φαινόμενο εξευγενισμού γειτονιών όπου ευδοκιμεί το συγκεκριμένο ρεύμα σε πόλεις όπως το Βερολίνο, το Λονδίνο, η Αθήνα, η Λισαβόνα κ.α., ξεκινώντας ένα μεγάλο κύκλο κερδοσκοπίας εις βάρος όλων μας.
«Η βασική μου ιδέα ήταν η αποτύπωση και καταγραφή του „σήμερα“ με όσο το δυνατόν περισσότερα δεδομένα μέσα από μια δράση, μια έκθεση και μια performance. Ονόμασα το πρότζεκτ Besichtigungstermin!, που σε ελεύθερη μετάφραση σημαίνει „ραντεβού για να δεις ένα σπίτι“. Βάζοντας τον εαυτό μου σε μια conceptual διαδικασία, συνδυάζοντας ζωγραφική, φωτογραφία, κατασκευή, design, κινηματογράφηση, καταλήγω στο performance ενός αδίστακτου real-estate agent που εκμεταλλεύεται εμπορικά ένα επιπλωμένο σπίτι 3 τετραγωνικών μέτρων, „επενδυμένο“ με street art και ενοίκιο 1.000 ευρώ, σε μια εποχή που η εύρεση οικονομικής κατοικίας στο κέντρο του Βερολίνου και σε μεγαλουπόλεις σε ολόκληρη την Ευρώπη είναι ανέφικτη» εξηγεί ο The Krank του οποίου η καλλιτεχνική καταγωγή προέρχεται από τον χώρο του γκράφιτι ενώ πλέον πειραματίζεται με πολλά και διαφορετικά μέσα και μορφές έκφρασης.
— Δεν νομίζω να υπάρχει άνθρωπος σήμερα που να ζει σε μεγάλη πόλη στην Ευρώπη και να μην τον αγγίζει το θέμα εύρεσης στέγης. Προφανώς αυτή η διαπίστωση ήταν που πυροδότησε και την ιδέα για το δικό σας πρότζεκτ, σωστά;
Τα τελευταία χρόνια έχω έρθει σε επαφή με ανθρώπους από όλο τον κόσμο που αναγκάστηκαν να μεταναστεύουν στο «cheap but sexy» Βερολίνο. Βασικός λόγος ήταν για πολλούς η οικονομική κρίση σε συνδυασμό με τις υπερβολικές τιμές των ενοικίων και το εξωφρενικό κόστος ζωής σε πόλεις όπως η Νέα Υόρκη, το Παρίσι, το Τόκιο κ.ά. που έκαναν την παραμονή ή την μετακίνηση ανθρώπων στα κέντρα αυτά πολύ δύσκολη.
Κάπως έτσι ήρθα κι εγώ εδώ κι από την πρώτη στιγμή μέχρι και σήμερα δεν έχει περάσει μέρα που να μη συναντήσω ανθρώπους που αδυνατούν να βρουν σπίτι, σε μια πόλη που τα ενοίκια αυξάνονται με μεγάλους ρυθμούς. Αποφάσισα λοιπόν πως πρέπει να ασχοληθώ περισσότερο με το ζήτημα, καθώς πρόκειται για ένα σοβαρό κοινωνικό φαινόμενο που μας αφορά όλους πλέον. Αν και στην ουσία δεν πρόκειται για «απόφαση», αλλά για τη συνειδητοποίηση ότι για καιρό υπήρχε μέσα μου η ανάγκη έκφρασης αυτού του προβλήματος με καλλιτεχνικά μέσα.
— Πού πιστεύετε ότι οφείλεται αυτή η κατάσταση;
Υπάρχουν πολλοί παράγοντες που επηρεάζουν συνδυαστικά την αγορά, εντείνοντας τη στεγαστική κρίση των μητροπολιτικών περιοχών. Ξεκινώντας από το διεθνές φαινόμενο της αστικοποίησης, στη μαζική μετανάστευση λόγω τις παγκόσμιας οικονομικής κρίσης, έως τον τουρισμό και τα επενδυτικά και πολιτικά παρελκόμενα.
Σε μεγάλο βαθμό παρακολουθούμε απλά τις συνέπειες της ελεύθερης καπιταλιστικής αγοράς και το πώς αυτή ανταποκρίνεται στην επιλογή της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας να «σώσει» τις τράπεζες της Ευρωζώνης, κρατώντας χαμηλά τα επιτόκια, πράγμα που οδήγησε σε ένα κύμα μαζικής αγοράς ακινήτων από επενδυτικά funds αλλά ακόμα και από ασφαλιστικά ταμεία. Η αγορά και εκμετάλλευση ακινήτων έγινε έτσι το νέο εργαλείο συγκέντρωσης πλούτου. Πλούτος που βγαίνει από τις τσέπες μας.
— Μπορείτε να μου περιγράψετε την κατάσταση του στεγαστικού στο Βερολίνο;
Το φαινόμενο του Βερολίνου, με τις τόσο χαμηλές τιμές των ενοικίων, σε σύγκριση με του Λονδίνου και των υπόλοιπων ευρωπαϊκών μεγαλουπόλεων, δημιουργήθηκε λίγο μετά την πτώση του Τείχους. Όταν «εν μια νυκτί», το ανατολικό μέρος του Βερολίνου, συγκεκριμένα το Friedrichshain οπού επέλεξα να παρουσιάσω την έκθεση μου, εγκαταλείφθηκε από τους Σοβιετικούς, με έναν τεράστιο αριθμό κατοικιών να καταλαμβάνεται και να ξεκινάει ένα μεγάλο κύμα καταλήψεων και αυτοδιαχείρισης.
Η απουσία επενδυτών αλλά και μεγάλων βιομηχανιών λόγο της αστάθειας του κρατιδίου του Βραδεμβούργου κράτησε για αρκετά χρόνια την οικονομία και την αγορά σε χαμηλό επίπεδο, αλλά την τελευταία περίοδο το Βερολίνο χαρακτηρίζεται από επενδυτικούς κύκλους ως η «Silicon Valley της Ευρώπης», με πολυεθνικές και εταιρείες μεγαθήρια όπως η Google να θέλουν να εδραιωθούν σε ένα εύφορο και εύπλαστο έδαφος, αποδιοργανώνοντας την τοπική κοινωνία και δημιουργώντας τεράστιες οικονομικές ανισότητες. Έκτοτε η πόλη χτίζεται με πολυτελείς κατοικίες, με αποτέλεσμα σε αρκετές περιπτώσεις οι ιδιοκτήτες ακινήτων να αρνούνται να ανανεώσουν τα συμβόλαια σε δημιουργικούς και αυτοδιαχειριζόμενους χώρους, σε περιοχές που θεωρούνται εναλλακτικές, με σκοπό την πώληση, τη μετατροπή σε co-working spaces ή πολυτελή lofts.
Πρόσφατα ξεκίνησε μια πρωτοβουλία για τη συλλογή υπογραφών με σκοπό την απαλλοτρίωση μέρος των διαμερισμάτων που κατέχουν διαχειριστικές εταιρείες όπως η Deutches Wohnen, αποτρέποντας έτσι τον μονοπωλιακό χαρακτήρα και έλεγχο της αγοράς, που σαν κίνηση θα μετέφραζα «κερδίζουμε πίσω τις γειτονιές μας».
Όταν μιλάμε για διαχειριστικές εταιρείες στο Βερολίνο, δεν μιλάμε απλά για μια εταιρεία που αναλαμβάνει κάθε μήνα να κρεμάσει στην είσοδο τα κοινόχρηστα. Πρόκειται για επιχειρήσεις που είτε εκπροσωπούν πλήρως τον εκάστοτε ιδιοκτήτη είτε έχουν οι ίδιες στην ιδιοκτησία τους χιλιάδες διαμερίσματα, σε κάποιες περιπτώσεις ολόκληρα οικοδομικά τετράγωνα. Έχοντας συγκεντρώσει υπέρογκο αριθμό ακινήτων στην κατοχή τους, προκαλούν τεχνητή έλλειψη διαμερισμάτων, μη διαθέτοντας όλα τα κατοικίσιμα ακίνητα, προκειμένου να σπρώξουν τις τιμές των ενοικίων ψηλότερα, αλλά και να ρίξουν τον πήχη των απαιτήσεων των επίδοξων ενοικιαστών.
Έτσι, έχουμε το φαινόμενο, στα λεγόμενα Besichtigungstermin, να στοιβάζονται 50-60 άνθρωποι, δημιουργώντας ουρά εντός και εκτός της πολυκατοικίας, προκειμένου να δουν όλοι μαζί από τις 6:00 μέχρι τις 6:15 ένα διαμέρισμα 40 τετραγωνικών με ενοίκιο τουλάχιστον 700 ευρώ.
Μετά από πιέσεις στο συγκεκριμένο θέμα το κρατίδιο του Βερολίνου εισήγαγε με νομοθετική ρύθμιση το λεγόμενο «φρένο των ενοικίων», πράγμα που όμως δεν αναιρεί τη «ζημιά» που έχει ήδη δημιουργηθεί στην αγορά. Βλέπουμε πλέον στην ίδια πολυκατοικία την τιμή ενός διαμερίσματος που ενοικιάζεται σήμερα να είναι μέχρι και 300% περισσότερο από ένα άλλο που το συμβόλαιό του είναι του 2010.
— Πιστεύετε ότι υπάρχουν κοινά με αυτό που βιώνουμε εμείς εδώ στην Αθήνα;
Η αύξηση των ενοικίων και η δυσκολία εύρεσης κατοικίας είναι μια κοινή πραγματικότητα των δύο πόλεων. Τα αίτια ωστόσο, όπως προανέφερα, είναι διαφορετικά αλλά δεν παύουν να είναι συγγενικά ως προς το πιθανό αποτέλεσμα που μπορεί να έχει το ανεξέλεγκτο σκηνικό που διαδραματίζεται τα τελευταία 2 χρόνια στην Αθήνα με το Airbnb.
Το Βερολίνο, βλέποντας τον αντίκτυπο που είχε η συγκεκριμένη πλατφόρμα και τον τρόπο χρήσης που θα μπορούσε να έχει από εταιρείες διαχείρισης, έδρασε έγκαιρα και μέσα από πίεση των κατοίκων και συλλογικοτήτων έφτασε το ζήτημα στο σημείο κρατικής παρέμβασης, θέτοντας σε εφαρμογή νόμους που μείωσαν κατά κάποιο τρόπο τον ρυθμό «αλλοίωσης» των γειτονιών της πόλης.
— Έχετε έρθει ποτέ σε αυτή τη θέση εσείς ο ίδιος;
Το ζήτημα της αναζήτησης στέγης το βίωσα από την πρώτη μέρα της μετανάστευσης μου το 2013 και για ένα μεγάλο χρονικό διάστημα. Αν και οι τιμές των ενοικίων ήταν αρκετά χαμηλότερες τότε, υπήρχε ήδη μεγάλη ζήτηση όποτε ίσχυε ήδη ο «νόμος του ισχυρού». Ως νέος μετανάστης και ελεύθερος επαγγελματίας χωρίς σταθερό, αλλά ούτε και υψηλό εισόδημα, δεν πληρούσα τις προϋποθέσεις για την ενοικίαση διαμερίσματος και η μόνη επιλογή ήταν η επινοικίαση βραχυπρόθεσμων δωματίων σε WG-Wohngemeinschaft (συγκατοίκηση/κοινόβιο) με αποτέλεσμα για τρία περίπου χρόνια να βιώσω μια νομαδική ζωή που χαρακτηριζόταν από μεγάλη αβεβαιότητα στο κομμάτι εύρεσης της επόμενης μου στέγης.
— Μπορείτε να μου εξηγήσετε πώς ακριβώς στήσατε το πρότζεκτ σας;
Το πρότζεκτ «Besichtigungstermin!» χωρίζεται σε δύο θεματικές ενότητες του στεγαστικού, τη ζήτηση και την προσφορά, με κάθε μία να ανοίγει τον δικό της διάλογο. Το κύριο υλικό που χρησιμοποιήθηκε για το πρότζεκτ ήταν το χαρτόνι, ένα υλικό που εννοιολογικά σχετίζεται με την κατάσταση επαιτείας, αστεγίας και διαμαρτυρίας.
Η ζήτηση μεταφράστηκε κυριολεκτικά μέσα από τις χειρονομίες και το πορτρέτο δέκα ανθρώπων που προέρχονται από Ελλάδα, Ιταλία, Γερμανία, Τουρκία, Κίνα, Ιράκ, Αγγλία, Ρωσία, Μεξικό και Ιαπωνία, ως ένα αντιπροσωπευτικό δείγμα του όγκου ζήτησης, επικοινωνώντας ταυτόχρονα την παγκόσμια κλίμακα της στεγαστικής κρίσης.
Η συλλογή και η μετέπειτα «απελευθέρωση» των μηνυμάτων στην πόλη μού έδωσε τη δυνατότητα σε δεύτερο επίπεδο να θέσω ένα μεγάλο ερωτηματικό για το μέλλον της γειτονιάς του Kreuzberg και του Neukölln, δύο περιοχών του Βερολίνου που πλήττονται αλλά και αντιστέκονται σθεναρά από τον επικείμενο εξευγενισμό. Το μεγάλο ερωτηματικό εμφανίστηκε στον χάρτη του Βερολίνου μέσα από την επιλογή των σημείων που τοποθέτησα τα μηνύματα, ενεργοποιώντας αμήχανα ένα πρωινό την απορία περαστικών και κατοίκων.
Η προσφορά αναρτήθηκε στο διαδίκτυο σε μορφή αγγελίας «Cosy studio apartment in Berlin, 3m2 1.000 Eur» και ο κόσμος κλήθηκε να επισκεφθεί την γκαλερί 20square7 στην περιοχή Friedrichshain του ανατολικού Βερολίνου, που πλέον έχει αλλάξει ριζικά, με σκοπό να περάσει από τα γνωστά σε όλους μας «κάστινγκ» για ένα πολυπόθητο σπίτι, όπως ακριβώς συμβαίνει στα συγκεκριμένα ραντεβού. Μια ευανάγνωστη ταμπέλα από χαρτόνι με την προσφορά «Γκαρσονιέρα 1.000 ευρώ» ήταν για μέρες κρεμασμένη έξω από τη βιτρίνα της γκαλερί, οπού βρισκόμουν για 4 μέρες σχεδόν 10 ώρες κάθε μέρα ετοιμάζοντας την εγκατάσταση και την έκθεση.
Πάνω από 500 περαστικοί και κάτοικοι είδαν την δράση μου και σχεδόν 1 στους 4 στεκόταν εκεί και συζητούσε γύρω από το συγκεκριμένο θέμα όσο εγώ σχεδίαζα στο laptop το λογότυπο για τις «αιτήσεις» της performance. Οι μέρες προετοιμασίας πέρασαν και με όλη αυτή η επικοινωνία που είχα ήδη με τον κόσμο με έκανε να αισθανόμουν τόσο πλήρης που ακόμα και αν ακυρώνονταν για κάποιο λόγο τα εγκαίνια της έκθεσης δεν θα με πλήγωνε. Οι αιτήσεις όμως είχαν εκτυπωθεί και εγώ ντυμένος με σακάκι προσπαθούσα να εξοικειωθώ με την καινούργια μου επαγγελματική ιδιότητα. Η έκθεση άνοιξε, ο κόσμος ήρθε και ένας ένας άρχισε να μπαίνει στο σπίτι, να βγάζει φωτογραφίες και να συμπληρώνει την αίτηση που κρατούσα απαντώντας στις ερωτήσεις.
— Τελικά μπορεί ένα καλλιτεχνικό έργο να αλλάξει έστω και λίγο τα πράγματα; Πιστεύετε ότι έχει δύναμη ο καλλιτέχνης;
Αν μου θέτατε το ίδιο ερώτημα την περίοδο 2002-2013, που ήμουν ενεργός στην Ελλάδα στον χώρο του graffiti, πολύ πριν αυτή η τέχνη εξελιχθεί και να καταλήξει σήμερα να γίνει τάση, η απάντηση μου θα ήταν «όχι».
Πέρα από τον ιδιοκτήτη που αναγκάστηκε να ξαναβάψει τον τοίχο του λευκό ή από τους περαστικούς που ανεχόντουσαν την οποιαδήποτε καλλιτεχνική απόπειρα στο δημόσιο χώρο, δεν ήμασταν αποδεκτοί. Ήμασταν ενοχλητικοί και μας κυνηγούσε η αστυνομία. Με την πάροδο του χρόνου όμως είδαμε την κουλτούρα μας να μπαίνει στην αγορά της τέχνης, να ωριμάζει και να εδραιώνεται, έχοντας αντίκτυπο πλέον στην ευρύτερη κοινωνία.
Αξίζει να σημειωθεί ότι το συγκεκριμένο καλλιτεχνικό ρεύμα έχει αλλάζει ολόκληρες γειτονιές και πόλεις, και δεν αναφέρομαι στις δόσεις χρώματος στα αστικά τοπία που ακόμα μου αρέσει σαν τρελός να βλέπω. Αναφέρομαι στην μαζική εμπορική εκμετάλλευση του ρεύματος από τρίτους. Πλέον μια εμβληματική τοιχογραφία ή η μαζική παρουσία καλλιτεχνικών έργων σε δημόσιο χώρο αυτόματα ανεβάζουν την αξία των ακινήτου αλλά και των επιχειρήσεων της περιοχής μέσα στην οποία βρίσκονται, με τρανταχτά παραδείγματα το φαινόμενο εξευγενισμού γειτονιών όπου ευδοκιμεί το συγκεκριμένο ρεύμα σε πόλεις όπως το Βερολίνο, το Λονδίνο, η Αθήνα, η Λισαβόνα κ.ά., ξεκινώντας έναν μεγάλο κύκλο κερδοσκοπίας εις βάρος όλων μας.
Αυτός είναι και ο λόγος που επέλεξα να παρέμβω εικαστικά και να «βάψω» την εγκατάσταση. Προσπάθησα με αυτή την κίνηση να ανοίξω έναν υπόγειο διάλογο όσον αφορά την αλληλεπίδραση «τέχνης του δρόμου» και συστήματος.
Οπότε στην ερώτηση αυτή σήμερα, μετά από 17 χρόνια ενασχόλησης και έχοντας δει και τις δύο όψεις αυτού του νομίσματος, μπορώ να πω με ειλικρίνεια «ναι». Και αν το πρόσημο είναι αρνητικό λόγω των παραπάνω, υπάρχει ένα ακόμα θετικό. Όσο μπορούμε να δημιουργούμε και να επικοινωνούμε δημόσια με την τέχνη μας τα μηνύματα, τις σκέψεις και τα συναισθήματα μας έχουμε τη πραγματική δύναμη να αλλάξουμε πολλά. Η συγκεκριμένη δράση μου μπορεί να μην έριξε τις τιμές της γειτονιάς αλλά έριξε έναν σπόρο που κάποια στιγμή θα ανθίσει και αυτός. Κρατώ έως τότε ως ανάμνηση τα τεράστια χαμόγελα που είχαν οι κάτοικοι κάθε φορά που με έβλεπαν εκεί. Θα ήθελα να ευχαριστήσω ξανά όλους όσους με βοήθησαν και είναι δίπλα μου σε αυτό.
www.thekrank.de,
instagram.com/thekrank,
facebook.com/thekrank