Σε καθηλώνει με την εικόνα της, τη ζωντάνια της και τις απόψεις της για την ζωή. Είναι γοητευτική και παράλληλα έχει τον τρόπο να σε μαγνητίζει με τις φίνες κινήσεις των χεριών της. Η Μάρω Κοντού υπήρξε μια από τις πιο όμορφες γυναίκες του παλιού ελληνικού κινηματογράφου και αυτό το παραδέχεται σήμερα που βλέπει τις ταινίες της να παίζονται ξανά και ξανά. Όχι ότι δεν είχε εμπιστοσύνη στα θεία δώρα που απλόχερα της δόθηκαν, απλά η πολύ δουλειά και η τελειομανία της για καλές ερμηνείες, δεν της άφηναν και πολλά περιθώρια.
Aπό την άλλη, οι θαυμαστές της ακόμα και σήμερα όταν την συναντούν δεν ξεχνούν στιγμή την γλύκα του προσώπου της και τις τέλειες σωματικές αναλογίες, τις οποίες διατηρεί μέχρι σήμερα που δηλώνει 85 ετών. «Μου αρέσει να περπατάω στο δρόμο και να ακούω “Γεια σου ρε Μάρω”, ενώ οι πιο τολμηροί με πλησιάζουν και μου λένε ότι τους άρεσα πάρα πολύ και ως γυναίκα. Έχει πλάκα όλο αυτό και ειδικά σήμερα που βλέπω τις ταινίες μου και συνειδητοποιώ τελικά πως έχω υπάρξει ωραίο κορίτσι».
Η ενασχόληση με την πολιτική
Με αφορμή την ενασχόλησή της με την πολιτική, η κουβέντα μας δεν άργησε να μετατοπιστεί στη σημερινή ελληνική πραγματικότητα, που η σπουδαία ηθοποιός δεν κρύβει πως την στεναχωρεί, αφού πλέον στους δρόμους συναντά μόνο σκυθρωπά πρόσωπα βουτηγμένα στην θλίψη των προσωπικών τους προβλημάτων. «Φυσικά και πληγώνομαι γι’ αυτό που ζούμε. Είμαστε στην πιο όμορφη χώρα του πλανήτη και δυστυχώς είμαστε αναγκασμένοι να ζούμε μια ανυπόφορη κατάσταση. Για όλους μας είναι δύσκολα σε όποια ηλικία και αν βρισκόμαστε. Πέρασα από την πολιτική σκηνή αυτού του τόπου και το μόνο που κατάλαβα ήταν πως δεν μπορούσα με τίποτα να μιλήσω τη γλώσσα των πολιτικών. Δεν ήταν για μένα αυτά. Το μόνο που κατάφερα ήταν να γνωρίσω κάποιους αξιόλογους ανθρώπους, με τους οποίους διατηρώ ακόμα κάποιες επαφές, αλλά μέχρι εκεί. Με είχε πείσει τότε ο Μιλτιάδης Έβερτ να πολιτευτώ με την παράταξη του Κώστα Καραμανλή, ενώ πριν από αυτό είχα ασχοληθεί με τον Δήμο Αθηναίων, όπου εκεί τα πράγματα ήταν πιο βατά λόγω της θέσης μου στον ραδιοφωνικό σταθμό Αθήνα 9.84».
Η σχέση της με το χρήμα
Η Μάρω Κοντού δεν δηλώνει πλούσια, αλλά ούτε και μεγαλοσυνταξιούχος. Ακόμα και από τις ταινίες της, όσες φορές και αν προβληθούν, τα ποσοστά που της αναλογούν είναι ελάχιστα και τώρα πια μηδενικά. «Στην ζωή μου υπήρξα σπάταλη για μένα και για τους άλλους. Ίσως επειδή η σχέση μου με το χρήμα δεν ήταν και τόσο καλή. Δεν με ενδιέφερε να κάνω λεφτά, μου άρεσε όμως να κάνω τους άλλους ευτυχισμένους και να αποκτώ εμπειρίες μέσα από ταξίδια που πραγματοποίησα. Σήμερα ζω μόνο με την κουτσουρεμένη σύνταξή μου και όπως όλοι προσπαθώ να τα βγάλω πέρα και όσο μπορώ να είμαι εντάξει στις υποχρεώσεις μου. Έχω ένα σπίτι και ένα αυτοκίνητο. Τώρα αν με ρωτάτε για εκείνα τα απίστευτα ποσοστά από τις ταινίες μας που προβάλλονται από την τηλεόραση, ούτε λόγος, αφού η κρίση τα έκοψε κι αυτά. Άλλωστε ήταν τόσο λίγα κάθε φορά, που δεν άξιζε ο κόπος. Βλέπεις την εποχή που γυρίζαμε εμείς τις ταινίες αυτές, δεν υπήρχε τηλεόραση, με αποτέλεσμα να μην υπάρχει και ένα νομικό – οικονομικό πλαίσιο που να μας καλύπτει».
Οι αναμνήσεις της καριέρας της
Από την ζωή της θυμάται τα πάντα, ενώ είναι σε θέση να απαντήσει σε οποιαδήποτε ερώτηση και αν της γίνει. Χάρισμα που διαθέτουν πια μόνο οι μεγάλοι και ακομπλεξάριστοι σταρ του εξωτερικού, που δεν διαφέρει σε τίποτα από εκείνους, αφού έχει βιώσει παρόμοιες στιγμές θαυμασμού και επαγγελματικού θριάμβου. «Όλη μου η ζωή έχει περάσει πια στο σκληρό δίσκο του εγκεφάλου μου, με αποτέλεσμα κάθε φορά που χρειάζομαι κάτι, ανασύρω τον κατάλληλο φάκελο. Άλλωστε, δεν έχω να ντρέπομαι για τίποτα, αφού ότι κατάφερα ήταν αποτέλεσμα σκληρής δουλειάς. Με νοσταλγία θυμάμαι τα παιδικά μου χρόνια στο Κουκάκι, τις παιδικές παρέες εκεί στη γειτονιά. Το πρώτο «Όχι» που είπα στους δικούς μου όταν προσπάθησαν να με παροτρύνουν να ασχοληθώ με το επάγγελμα του τραπεζικού. Την ενασχόλησή μου με το χορό παράλληλα με το γυμνάσιο στη σχολή της Κούλας Πράτσικα στο Κολωνάκι και την φιλία μου τότε με την Μαίρη Χρονοπούλου» αναφέρει η πασίγνωστη ηθοποιός και προσθέτει «Είμαστε στην εποχή όπου μαζί με την Μαίρη παίρνουμε την απόφαση να συμμετάσχουμε στις οντισιόν του Ροντήρη το 1954 για μια θέση στο χορό Αρχαίας Τραγωδίας του Εθνικού Θεάτρου. Εμφανιστήκαμε μπροστά σε μια επιτροπή με όλα αυτά τα ιερά τέρατα της εποχής εκείνης. Ζητούσαν κορίτσια που είχαν γνώσεις χορού, είχαν ύψος πάνω από 1,72, τραγουδούσαν και γενικότερα είχαν ικανότητες. Από τις 60 που δώσαμε μείναμε 20, ανάμεσά τους κι εγώ μαζί με τη Μαίρη. Στο Εθνικό έμεινα μέχρι το 1958 όπου έλαβα την άδεια εξασκήσεως επαγγέλματος της ηθοποιού, ως εξαιρετικό ταλέντο, από την Ανώτατη Κρατική Επιτροπή του Υπουργείου Παιδείας και Θρησκευμάτων. Τότε άρχισαν και οι προτάσεις από το ελεύθερο θέατρο με την γιαγιά μου να έχει πέσει στα μαύρα πανιά, αφού τότε οι γυναίκες που ασχολούνταν με την ηθοποιία ή το τραγούδι θεωρούνταν να μην πω πως. Η άποψή της αυτή μάλιστα φαίνεται να με επηρέασε τόσο ώστε τα πρώτα χρόνια ήμουν σφιγμένη και για κάποιους ίσως και ψηλομύτα. Μετά χάσαμε τη γιαγιά κι εγώ άρχισα να εγκλιματίζομαι περισσότερο».
Θέατρο: Τα πρώτα βήματα
Το θεατρικό της ντεμπούτο η Μάρω Κοντού θα το κάνει στο πλευρό του Ντίνου Ηλιόπουλου σε περιοδεία και με πρωταγωνιστικό ρόλο στο έργο «Η κυρία του κυρίου». «Στην ίδια παράσταση, εκτός από εμένα και το Ντίνο, ήταν η Κατερίνα Γιουλάκη στην πρώτη της εμφάνιση, η οποία είναι πολύ καλή φίλη μέχρι και σήμερα και ο Γιώργος Πάντζας επίσης πρωτοεμφανιζόμενος ηθοποιός. Την ίδια εποχή ο Δημήτρης Χορν αναζητούσε ένα νέο κορίτσι που θα έπαιζε μαζί του στο θεατρικό έργο «Ρομανσέρο» του Ζακ Ντεβάλ. Σε εκείνον με είχε προτείνει ο Ροντήρης, αλλά εγώ δεν ήμουν έτοιμη να εμφανιστώ μπροστά του. Συναντηθήκαμε μόνο μια φορά. Όταν όμως με τον θίασο του Ηλιόπουλου βρεθήκαμε στην Πάτρα ήρθε εκείνος για να μας δει. Μόλις έμαθα ότι ήταν από κάτω τα έχασα, δεν ήθελα να βγω στη σκηνή. Τότε με πλησίασε η Γιουλάκη και μου σκάει ένα χαστούκι, που ήταν όλο δικό μου «βγαίνεις και παίζεις μου είπε». Στο διάλειμμα με πλησίασε ο Χορν και μου είπε «Δεν ήσουν καλή αλλά οι κινήσεις που κάνεις με τα χέρια σου είναι τόσο γυναικείες και ωραίες, που θα παίξουμε τελικά μαζί και θα σου μάθω τα πάντα».
Η άποψή της για τους «θρύλους»
Από εκεί και πέρα όλα ήταν εύκολα για εκείνη, λες και ο Δημήτρης Χορν την άγγιξε με το μαγικό του ραβδί και την μεταμόρφωσε σε πρωταγωνίστρια, όπως της είχε υποσχεθεί. «Θυμάμαι ότι του είχα πει ότι ήθελα να με κάνει είδωλο σαν την Αλίκη Βουγιουκλάκη και εκείνος τότε μου είχε απαντήσει «Ευχή και κατάρα σου δίνω να μη γίνεις λαϊκό είδωλο. Μπορείς να παίζεις μέχρι τα 80 σου σε ωραίες δουλειές; Αυτό είναι ηθοποιός». Τελικά είχε δίκιο αφού μπορώ και παίζω ακόμα, που έχω περάσει τα 80. Όχι βέβαια ότι στην Αλίκη δεν άξιζε η καριέρα αυτή. Φυσικά και της άξιζε γιατί ήταν όμορφη, λαμπερή, ζουμερή, χαριτωμένη, μοναδική στο είδος της, που εκείνα τα χρόνια του κινηματογράφου την είχαν πραγματικά ανάγκη. Υπήρξε σπουδαία η Αλίκη όπως και όλα τα υπόλοιπα κορίτσια της εποχής. Τι να πω για την Τζένη Καρέζη, που με αυτό το πρόσωπο με τα γατίσια μάτια σε μαγνήτιζε μόνο με ένα βλέμμα της. Την Μάρθα Καραγιάννη, το πανέμορφο κορίτσι που το έβλεπες να κινείται και σε θάμπωνε. Την Ζωή Λάσκαρη τόσο τέλεια, λες και έβλεπες κούκλα, με τέλειο σώμα και ένα μουτράκι ζωγραφιστό. Την Μαίρη Χρονοπούλου με το εκρηκτικό ταμπεραμέντο και όλες εκείνες φυσικά που κατάφεραν να γράψουν την δική τους ιστορία».
Η ρινοπλαστική και η γυμνή φωτογράφιση
Η Μάρω Κοντού εκτός από πολύ ωραία γυναίκα και σπουδαία ηθοποιός υπήρξε και πρωτοπόρος σε πολλά θέματα. Μάλιστα ανήκει στην κατηγορία των επώνυμων γυναικών που δεν διστάζουν όχι μόνο να αποκαλύψουν την ηλικία τους, αλλά και τις πλαστικές επεμβάσεις που έχουν κάνει προκειμένου να διορθώσουν την εικόνα τους. «Η τελευταία ταινία που γύρισα με την παλιά μου μύτη ήταν τα «Κίτρινα γάντια». Στην αμέσως επόμενη είχα την καινούργια. Με είχε παροτρύνει τότε ο Δημήτρης Χορν με τον Φίνο, που μου είχαν πει πως έβγαινα στο φακό λίγο σκληρή κι έτσι αποφάσισα να την αλλάξω. Την επέμβαση την είχα κάνει στην Ελλάδα, ενώ τον γιατρό, αν θυμάμαι καλά, τον έλεγαν Μωραΐτη. Στην πορεία και μετά από χρόνια διόρθωσα τα βλέφαρά μου και το πηγούνι μου. Είμαι υπέρ των πλαστικών επεμβάσεων, υπέρ του ό,τι δεν σε μεταμορφώνει» παραδέχεται η Μάρω Κοντού που την δεκαετία του ’80 δεν δίστασε να εκπλήξει ευχάριστα τους θαυμαστές της με μία καλλιτεχνική γυμνή φωτογράφιση για πασίγνωστο περιοδικό. «Ναι, το έκανα και δεν έχω κανένα θέμα. Με φωτογράφο τον απίστευτο Ντίνο Διαμαντόπουλο, ούτε που το κατάλαβα. Εκείνη την εποχή ήθελα να ανεβάσω ένα θεατρικό έργο με την Άννα Καλούτα. Εμείς καλά τα είχαμε υπολογίσει, δεν υπήρχαν όμως τα λεφτά.
Τότε μου έγινε η πρόταση για το περιοδικό, σκέφτηκα το κόνσεπτ, ήταν πολύ καλά και τα λεφτά και είπα το ναι. Τελικά και την γυμνή φωτογράφιση έκανα και συνεργάστηκα με την αξέχαστη Άννα. Δεν είχα κανένα θέμα με το γυμνό, άλλωστε μέχρι τα 50 μου αισθανόμουν άνετα με το σώμα μου, έκανα γυμνισμό» εξηγεί η Ελληνίδα σταρ Μάρω Κοντού, η οποία ζει μόνη στους Αμπελόκηπους. «Δεν μου λείπει τίποτα, έχω τους συγγενείς μου και τους φίλους μου. Είμαι γεμάτη και τόσο ικανοποιημένη από την ζωή, που ευχαριστώ πραγματικά το Θεό. Αγάπησα όσο ήθελα, αγαπήθηκα, έκανα και δυο γάμους επειδή τους ήθελα. Είμαι πάρα πολύ καλά και αυτό που λέω και στον κόσμο είναι να μάθουν όλοι, ακόμα και μέσα από τα δύσκολα, να βρίσκουν το φως, αυτό που γεννά η ελπίδα. Η ζωή είναι ωραία και αξίζει σε όλους να την ζήσουμε όπως επιθυμούμε».
Λίγα λόγια για τη Μάρω Κοντού
Κατάγεται από τα Ψαρά. Αποφοίτησε από το Γ‘ Γυμνάσιο Θηλέων Μακρυγιάννη. Παράλληλα ολοκλήρωσε τη σχολή χορού, σημερινή Κρατική Σχολή Χορού, εξασφαλίζοντας και μια υποτροφία για τη σχολή HLADEK στη Γερμανία. Σε διάστημα μεγαλύτερο των τριάντα πέντε ετών θεατρικής και κινηματογραφικής καριέρας, πρωταγωνίστησε σε 61 ταινίες μεγάλου μήκους και 90 θεατρικά έργα, ελληνικού και ξένου ρεπερτορίου.
Η πρώτη επαγγελματική της ενασχόληση άρχισε το 1954 στο χορό Αρχαίας Τραγωδίας του Εθνικού Θεάτρου, όπου παρέμεινε μέχρι το 1958. Έλαβε την άδεια εξασκήσεως επαγγέλματος της ηθοποιού, ως εξαιρετικό ταλέντο, από την Ανώτατη Κρατική Επιτροπή του Υπουργείου Παιδείας και Θρησκευμάτων. Το 1959 πρωτοεμφανίστηκε στο θέατρο, δίπλα στο Δημήτρη Χόρν, με το έργο «Ρομανσέρο» του Ζακ Ντεβάλ.
Το 1990, παρουσίασε τη εκπομπή «Χωρίς παρεξήγηση», που είχε συνολικά μόλις 14 επεισόδια, προβαλλόταν από την ΕΤ2 και στο πρώτο επεισόδιο, στις 7 Μαΐου 1990, είχε καλεσμένη τη Ρένα Βλαχοπούλου. Ασχολείται επίσης με τη ζωγραφική, έχοντας ήδη πραγματοποιήσει με επιτυχία έκθεση στην Γκαλερί Αντήνωρ το 1993. Πίνακάς της εκτίθεται στο Μουσείο Βορρέ.
Text Θάνος Μακρογαμβράκης