Tη σιωπή του έσπασε ο επί 10 χρόνια καπετάνιος της θαλαμηγού «Χριστίνα», Γιώργος Ζαχαριάς, σχεδόν 50 χρόνια μετά τον θάνατο του Αριστοτέλη Ωνάση.
Ο 80χρονος σήμερα Γιώργος Ζαχαριάς περιγράφει τις στιγμές που περνούσε με τον Αριστοτέλη και τον Αλέξανδρο Ωνάση και μιλά στην εφημερίδα Espresso, για όλες τις διασημότητες από τον πολιτικό και καλλιτεχνικό χώρο που είχαν φιλοξενηθεί στη θαλαμηγό του Έλληνα κροίσου.
O κ. Ζαχαριάς αναφέρει πως για τον Αριστοτέλη Ωνάση ήταν ο «Γιωργάκης», το αγαπημένο παιδί της θαλαμηγού «Χριστίνα» και ο άνθρωπος που του έκανε παρέα όταν έτρωγε. Από την άλλη, με τον γιο του Έλληνα εφοπλιστή, Αλέξανδρο, ο Γιώργος ήταν ένας φίλος κοντά στην ηλικία του. Άλλωστε, ο Γιώργος Ζαχαριάς ήταν εκείνος που του έμαθε πώς να κολυμπάει και να οδηγεί κρις κραφτ.
Εκτός αυτού, ο καπετάνιος της θαλαμηγού γνώρισε και σημαντικές προσωπικότητες. Μερικές από αυτές ήταν ο Ουίνστον Τσόρτσιλ, η Γκρέτα Γκάρμπο, η Μαρία Κάλλας, η Τζάκι Κένεντι, η Τζίνα Λολομπριτζίτα, η Σοφία Λόρεν, ο Γκάρι Κούπερ και άλλοι…
«Πολύ περίεργος το Τσόρτσιλ – Δεν θα ξεχάσω ποτέ την Γκρέτα Γκάρμπο»
«Να ξεκινήσω με τον Τσόρτσιλ. Πολύ περίεργος άνθρωπος και, λόγω του πάχους του, κοιμόταν τις περισσότερες φορές στην καρέκλα που έτρωγε. Έπινε μπουκάλια ουίσκι!», αποκάλυψε ο απόμαχος ναυτικός και πρόσθεσε: «Σε κάθε ταξίδι που πηγαίναμε φόρτωνε (σ.σ.: ο Ωνάσης) στο αμπάρι τυλιγμένους πάνω από 200 πίνακες ζωγραφικής! Και όταν αποβιβαζόμασταν, τους ξεφορτώναμε. Δεν κατάλαβα ποτέ γιατί το έκανε αυτό. Από την άλλη, δεν θα ξεχάσω την Γκρέτα Γκάρμπο. Ήταν πλέον μεγάλης ηλικίας, αλλά υπέροχη γυναίκα και πανέμορφη. Θυμάμαι ένα περιστατικό που την αφορούσε και αποδεικνύει πόσο ξεχωριστή ήταν: Βρισκόμασταν αραγμένοι ανοιχτά της Χαλκίδας. Η Γκάρμπο ήταν στο κατάστρωμα, με ένα ποτήρι σαμπάνια στο χέρι. Ένα από εκείνα τα καλοκαιρινά βράδια ένας βαρκάρης της περιοχής φώναξε προς το πλοίο και τη χαιρέτησε. Εκείνη ανταπέδωσε και είπε στο πλήρωμα να του δώσουν ένα μπουκάλι ουίσκι. Το πρωί, ξημερώματα, ακούσαμε φωνές. Ο βαρκάρης είχε πιει όλο το μπουκάλι και είχε μεθύσει, με συνέπεια να πέσει στη θάλασσα και να πνιγεί. Όταν το έμαθε η Γκάρμπο άρχισε να κλαίει, γιατί πίστευε ότι ήταν υπεύθυνη για το τραγικό συμβάν».
«Η Τίνα Λιβανού ήταν ψυχούλα – Η Κάλλας πιο σκληρή και ντίβα»
«Μακράν η πιο καλόψυχη ήταν η Τίνα Λιβανού! Δεν θα ξεχάσω ότι σε κάθε ταξίδι που κάναμε η Τίνα έτρωγε με το προσωπικό της θαλαμηγού και πάντα μας ρωτούσε αν μας έλειπε κάτι. Ψυχούλα! Η Κάλλας ήταν πιο σκληρή και πιο ντίβα. Είχε πάντα θέμα με το πλήρωμα. Ωστόσο, από τη Μαρία ακόμα αντηχεί στα αυτιά μου η φωνή της. Θυμάμαι ότι στη θαλαμηγό, μπροστά στην πρύμνη, ο Αρίστος είχε βάλει ένα πιάνο, για να κάνει εκείνη πρόβες. Κάθε βράδυ, ήταν τέτοια η έκταση της φωνής της, που έφτανε έως το τελευταίο δωμάτιο και ακουγόταν σαν να ήταν δίπλα σου. Είχε, μάλιστα, και δύο σκυλάκια, τα οποία δεν αποχωριζόταν ποτέ. Όταν τραγουδούσε η Μαρία, τα σκυλιά ούρλιαζαν, σαν να τραγουδούσαν ντουέτο!», θυμάται.
Αν και, όπως τονίζει ο καπετάνιος του Ωνάση, η Κάλλας ήταν σκληρή ως άνθρωπος, εκείνος την είχε δει να… λυγίζει. «Ήταν την περίοδο που της είχε αναγγείλει ο Αριστοτέλης Ωνάσης ότι χωρίζουν. Ήμασταν με το κρις κραφτ. Αν και πάντα μου μιλούσε, εκείνη την ημέρα ήταν αμίλητη. Γυρίζει κάποια στιγμή προς το μέρος μου, με κοιτάζει βαθιά μέσα στα μάτια και μου λέει: „Γιωργάκη, δεν θα μείνω άλλο εδώ“. Έπειτα από δύο μέρες χώρισαν».
«Η Τζάκι ήταν η χειρότερη, πολύ κακός άνθρωπος»
Όσο για την Τζάκι, ο 80χρονος σήμερα Γιώργος Ζαχαριάς μόνο κακές στιγμές έχει να θυμάται: «Ήταν η χειρότερη. Όχι μόνο δεν έδινε σημασία σε εμάς, αλλά ούτε στον ίδιο τον Ωνάση. Πολύ κακός άνθρωπος για το πλήρωμα, ψυχρή γυναίκα. Θυμάμαι στον γάμο του Αρίστου στον Σκορπιό ούτε ένα ζεστό χαμόγελο. Σαν να μην παντρευόταν».
«Ο Ωνάσης ήταν ένας μεγάλος ευεργέτης»
Πάντως, σύμφωνα με τον Γιώργο Ζαχαριά, την πιο μεγάλη καρδιά την είχε ο Αριστοτέλης Ωνάσης.
Εκτός από τα περίφημα γλέντια του Αρίστου πάνω στη θαλαμηγό, ο Ωνάσης για το πλήρωμά του ήταν ένας μεγάλος ευεργέτης και φιλάνθρωπος. «Όταν εγώ θα πήγαινα φαντάρος, με έπιασε ο Αρίστος και μου είπε: „Πόσα χρήματα στέλνεις, ρε Γιωργάκη, στους γονείς σου στα Βίλια;“. Του απάντησα 60 δραχμές την εβδομάδα. Με αγκάλιασε και μου είπε: „Τα δύο χρόνια που θα είσαι φαντάρος θα τους τα στέλνω εγώ για να μην τους λείψει τίποτα“. Έτσι και έγινε. Οι γονείς μου ζούσαν από τα χρήματα που τους έστελνε εκείνος.
»Από την άλλη, δεν θα ξεχάσω και ακόμα ένα περιστατικό: Κάθε φορά που δέναμε στη Γλυφάδα το μάθαιναν τα φτωχαδάκια και έκαναν ουρά για να τους δίνει φιλοδώρημα. Ο Ωνάσης έδινε χρήματα με μάτσα σε όλους! Κάποια φορά στην ουρά ήταν μια γυναίκα που κρατούσε ένα μικρό παιδί στην αγκαλιά της. Όταν έφτασε η σειρά της, ο Αρίστος έβγαλε να της δώσει χρήματα. Εκείνη με δάκρυα στα μάτια τον σταμάτησε και του είπε: „Κύριε Ωνάση, το παιδί μου θα πεθάνει. Δεν θέλω χρήματα, πρέπει να το στείλω στην Αγγλία για να χειρουργηθεί“. Την επόμενη μέρα ο Ωνάσης έστειλε όλη την οικογένεια στην Αγγλία, το παιδί χειρουργήθηκε και τα πλήρωσε όλα εκείνος».
Πηγή athensvoice.gr