Η Αμερική, ο καημός της μάνας και τα πρώτα βήματα
Έτσι ξεκίνησα
Αν καθήκον της τέχνης είναι να ασχολείται με τα μεγάλα προβλήματα της σύγχρονης κοινωνικής ζωής και κυρίως με το πρόβλημα της κοινωνικής αθλιότητας, τότε η φωτογραφία είναι το ισχυρότερο μέσο που μπορεί να το απεικονίσει αναδιπλώνοντας κάθε πτυχή του. Ένα βιβλίο γεννιέται από μια φωτογραφία. Μια φωτογραφία που φέρνει στο νου αναμνήσεις, ξαναζωντανεύοντας το παρελθόν του συγγραφέα.
Στην περίπτωση του Αριστοτέλη Σαρρηκώστα οι φωτογραφίες είναι αμέτρητες – δεκάδες φάκελοι.Φωτογραφίες που κλείνουν μέσα τους γεγονότα που κάλυψε στα 37 χρόνια που δούλεψε ως φωτορεπόρτερ. Πολιτική, πόλεμοι, χούντα, καλλιτεχνικά, αθλητικά, ελεύθερο ρεπορτάζ – μισός αιώνας ελληνικής και παγκόσμιας ιστορίας. Γεγονότα που έζησε σαν αυτόπτης μάρτυρας και αιχμαλώτισε με τα καρέ του. Πολλές από αυτές τις φωτογραφίες έχουν ήδη δημοσιευτεί σε αθηναϊκές και ξένες εφημερίδες σε όλο τον κόσμο, ξανά και ξανά, συμβάλλοντας έτσι στη διαμόρφωση συνειδήσεων και γράφοντας τη δική τους ιστορία.
Τα παραπάνω είναι της Δρ.Ελένης Π.Γύζη και αποτελούν ένα κομμάτι από το οπισθόφυλλο του βιβλίου του Αριστοτέλη Σαρρηκώστα “Ζην Επικινδύνως, 40 χρόνια Φωτορεπορτάζ” το οποίο κυκλοφορεί από τις εκδόσεις “Μένανδρος”. Και μπορεί για το βιβλίο τα λόγια αυτά να αποτελούν το καλύτερο φινάλε μετά από 360 σελίδες περιήγησης, για εμάς είναι παράλληλα το ιδανικότερο ξεκίνημα για την γνωριμία και την σύντομη παρουσίαση του έργου αλλά και του ανθρώπου που μέσα από το φακό του αποτύπωσε όλα τα μεγάλα γεγονότα στην Ελλάδα και τον κόσμο.
Το βιβλίο παρουσιάστηκε με κάθε επισημότητα την περασμένη Τετάρτη στο κτίριο της Παλιάς Βουλής εκεί όπου οι συνεργάτες και συνοδοιπόροι του Αριστοτέλη Σαρρηκώστα θυμήθηκαν ιστορίες από τα παλιά με τον ίδιο να μην μπορεί πολλές φορές να κρύψει τη συγκίνησή του.
Από τα παιδικά χρόνια ο Αριστοτέλης Σαρρηκώστας γνώρισε την ξενιτιά έφυγε για την Βραζιλία και τις ΗΠΑ επέστρεψε στην πατρίδα για τις στρατιωτικές του υποχρεώσεις και αν δεν ήταν η μητέρα του να μεσολαβήσει στον γείτονα φωτορεπόρτερ Κλεισθένη Δασκαλάκο προκειμένου να πάρει τον Αριστοτέλη για βοηθό του την ώρα που εκείνος ετοίμαζε βαλίτσες για ένα ακόμη υπερατλαντικό ταξίδι με προορισμό μια καλύτερη ζωή ίσως να μην είχαμε γνωρίσει ποτέ αυτόν τον σπουδαίο φωτορεπόρτερ, τον πρώτο Έλληνα φωτορεπόρτερ που εργάστηκε για λογαριασμό του Πρακτορείου Associated Press, καταγράφοντας δεκάδες αποστολές τόσο εντός των συνόρων αλλά όσο και εκτός σε κάθε ταραγμένο σημείο της ευρύτερης γειτονιάς μας.
Φωτογραφίζοντας Έλληνες και ξένους καλλιτέχνες και πολιτικούς
Μέσα από τη δουλειά και μετά τα πρώτα βήματα ο Αριστοτέλης Σαρρηκώστας φωτογράφισε με το φακό του Έλληνες και ξένους διάσημους, σημαντικές προσωπικότητες της καλλιτεχνικής ζωής και πολιτικής ζωής. Ανθρώπους που άφησαν ανεξίτηλο σημάδι στη ζωή του τόπου.
Ειδοποιήθηκα ότι οι Beatles θα επισκεφτούν την Αράχωβα για λίγες ώρες. Έβαλα τουρμπίνα στην ταλαιπωρημένη Alfa Romeo μου και έφτασα τελευταία στιγμή. Ευτυχώς ένας ντόπιος φωτογράφος τους είχε καθυστερήσει για να βγάλει μια φωτογραφία μπροστά σε έναν τοίχο μαζί με κάποιους ντόπιους οργανοπαίκτες κάποιας ηλικίας.Ήταν ένα όμορφο στιγμιότυπο και επειδή μου άρεσε οι φωτογραφίες να έχουν κίνηση, ζωντάνια τους παρακάλεσα να πάμε κάπου αλλού αλλά μου έδειξαν τα ρολόγια τους ότι δεν έχουν χρόνο. Τους λέω τότε “Can you please do some thing?” και τότε αμέσως ο John lenon πέρασε το δεξί του χέρι κάτω από την κιθάρα και έπιασε τις χορδές της, φτιάχνοντας μου την μαγική εικόνα “Τρία χέρια να παίζουν μια κιθάρα”.
Την Μελίνα την είχα φωτογραφήσει σε πολλά γυρίσματα και θεατρικές πρόβες, όμως εκείνη η φωτογράφιση στην Ακρόπολη ήταν το κάτι διαφορετικό και μου έδειξε ότι αυτή η γυναίκα είχε μέσα της βαθιά στην καρδιά της την Ελλάδα. Ένα τηλεφώνημα είπε ότι το BBC κάνει γυρίσματα στην Ακρόπολη με την Μελίνα Μερκούρη. Ακούστηκε ενδιαφέρον και σε λίγο ήμουν στον Παρθενώνα. Μπροστά μου βλέπω έναν πίνακα ζωγραφικής. Καθισμένη σε ένα μεγάλο κομμάτι μάρμαρο η Μελίνα είχε στο ένα της χέρι ένα κουλούρι και στο άλλο ένα τυράκι. Έκανα διάλειμμα. Έβγαλα τον τηλεφακό και από μακριά χωρίς να με καταλάβει τράβηξα αρκετές φωτογραφίες. Μετά την πλησιάσα, χαιρέτισα της είπα από που είμαι και την ζήτησα να τη φωτογραφίσω. “Τι λες βρε; Θες να με φωτογραφίσεις την ώρα που τρώω το κουλούρι μου; Δεν είσαι καλά!”, ήταν η πρώτη αντίδραση. Την είπα ότι την έχω ήδη τραβήξει από μακριά, θύμωσε για λίγο, και μου λέει “Άντε βρε τράβα να δω τι θα καταλάβεις;”
Από την 21η Απριλίου στο Πολυτεχνείο και το τέλος της Χούντας
Το πρωινό της 21ης Απριλίου του 1967, με ξύπνησε ένα δυνατό χτύπημα στην πόρτα στο σπίτι μου στο Παγκράτι. Ήταν η μητέρα μου που έμενε λίγα στενά πιο πάνω και ήρθε να με ειδοποιήσει για όσα είδε, βγαίνοντας από το σπίτι της. “Μην αφήσεις τον Τέλη να πάει στη δουλειά του σήμερα” έλεγε στη γυναίκα μου που της είχε ανοίξει την πόρτα.
Ακούγοντας τον διάλογο, άνοιξα αμέσως το ραδιόφωνο το οποίο είχα πάντα δίπλα στο προσκέφαλό μου και άκουσα στρατιωτικά εμβατήρια. Πετάχτηκα πάνω σαν να με χτύπησε ρεύμα και η πρώτη φράση που είπα ήταν “Γαμώτο, μας την έφεραν οι στρατηγοί”.
Έτσι θυμάται εκείνο το πρωινό ξύπνημα της 21ης Απριλίου ο Αριστοτέλης Σαρρηκώστας που αμέσως μετά όχι μόνο δεν άκουσε τις προτροπές και την αγωνία της μάνας αλλά με τις φωτογραφικές μηχανές ανά χείρας βρέθηκε πέριξ της Βουλής να φωτογραφίζει τα τανκς που είχαν λάβει θέσεις μάχης. Λίγο έλειψε να συλληφθεί και να οδηγηθεί στα κρατητήρια αλλά χωρίς να το καταλάβει ένας φίλος του τροχονόμος τον βοήθησε και την επομένη βρέθηκε στα ανάκτορα να φωτογραφίζει την σύνθεση της νέας κυβέρνησης, μιας και το Associated Press ήταν και για τους συνταγματάρχες το καλύτερο μέσο να στείλουν το μήνυμα σε κάθε γωνιά του κόσμου.
Ο χρόνος κύλησε και ο Αριστοτέλης Σαρρηκώστας κατέγραψε κάθε στιγμή αυτής της μελανής σελίδας της χώρας. Από τους χορούς και τα πανηγύρια του Γιώργου Παπαδόπουλου, τον θάνατο και την κηδεία του Γεωργίου Παπανδρέου, και την δίκη του Αλέκου Παναγούλη.
Γι΄αυτά όμως που άφησε την μεγαλύτερη παρακαταθήκη εκείνη την περίοδο είναι τα γεγονότα του Πολυτεχνείου και κυρίως εκείνη τη βραδιά που τα τανκς εισέβαλαν στο Πολυτεχνείο.
Το τανκ που ήταν μπροστά στην είσοδο του Πολυτεχνείου, έκαναν αναπάντεχα κατόπινεντολής αυτό που φοβόμουν και με φουλ τις μηχανές έπεσε επάνω στη σιδερένια πόρτα. Άνοιξε δρόμο για την εισβολή του στρατού και της αστυνομίας εντός του Πολυτεχνείου με τα γνωστά αποτελέσματα.
Τα φωτογραφικά κλικ εκείνης της στιγμής με το τανκ να εισβάλει στο Πολυτεχνείο αποτελούν ιστορικά ντοκουμέντα μιας βραδιάς που έμελλε να χαράξει την νεότερη ιστορία της χώρας.
Ο τελευταίος νόμιμος πρωθυπουργός της Ελλάδος ο Γεώργιος Παπανδρέου μετά την σύλληψή του την 21 Απριλίου βρέθηκε κρατούμενος στο στρατιωτικό νοσοκομείο ΝΙΜΙΤΣ και βγήκε από εκεί στις 10 Μαΐου του ‘67. Μετά από 18 μήνες, στις 2 Νοεμβρίου του 1968, ο Γεώργιος Παπανδρέου πέθανε στο σπίτι του στην Εκάλη. Την άλλη μέρα το φέρετρο το μετέφεραν στις πλάτες του παλαιοί φίλοι, βουλευτές, υπουργοί και ο εγγονός του Γιώργος έξω από την Μητρόπολη Αθηνών, όπου περίμενε η νεκροφόρα. Χιλιάδες κόσμου ακολούθησε την πομπή από την Μητρόπολη έως το Α’ Νεκροταφείο και κατά το τέλος της τελετής άρχισαν να τραγουδούν τραγούδια του Μίκη Θεοδωράκη, απαγορευμένα εκείνη την εποχή, και όταν βγήκαν από το χώρο του νεκροταφείου αυτές οι χιλιάδες κόσμου έγιναν διαδηλωτές φωνάζοντας συνθήματα κατά της χούντας.
Αποστολές, εμπόλεμη ζώνη και τρομοκρατία
Πηγή news247.gr